Σελίδες

Ιστορικά κείμενα για την Επανάσταση στην Θράκη

 Γράφει ο Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς

1821 -2021

ΕΘΝΕΓΕΡΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΑΡΩΝΕΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ Α΄

·        Η υπ’ αυτού επευλόγηση των όπλων της Εθνεγερσίας στον χώρο της υπόδουλης Μακεδονίας είναι ισότιμη και ισόκυρη με εκείνη του Μητροπολίτου Παλαιών Πατρών Γερμανού και η ηρωϊκή θυσία του κατά τον Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821 είναι εφάμιλλη εκείνης του Παπαφλέσσα και του Αθανασίου Διάκου.

Ο εθνεγέρτης Ροδόπης, Μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος ο Α΄, κατά μία μη αποδεικνυόμενη από άλλες ιστορικές μαρτυρίες άποψη, γεννήθηκε στα Μαδεμοχώρια της Χαλκιδικής Χερσονήσου, πιθανότατα μεταξύ των ετών 1770-1780. Ο Κωνστάντιος λόγω της γεωγραφικής γειτνιάσεως της γενέτειράς του, της Χαλκιδικής, με το Άγιον Όρος πιθανώς μετέβη στην Αθωνική πολιτεία, όπου ίσως εφοίτησε στην Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Σχολή και ολοκλήρωσε την εγκύκλια και εκκλησιαστική παιδεία και κατάρτισή του.

Ο αείμνηστος, μεγάλος ιστορικός, Καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος επισημαίνει ότι το όνομα του Κωνσταντίου αναφέρεται στις ιστορικές πηγές και κατά το έτος 1804, πιθανόν μετά την αναχώρησή του από το Άγιον Όρος. Αργότερα μεταβαίνει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο όπου διακρίνεται για το ήθος, τον δυναμικό και δραστήριο χαρακτήρα του καθώς και για την αφοσίωσή του στην Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Στο Φανάρι χειροτονείται πρεσβύτερος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και λαμβάνει το Οφφίκιον του Αρχιμανδρίτου.

Στις 3 Οκτωβρίου του 1810 «Νεοφύτου (του μέχρι την στιγμή εκείνη Μητροπολίτου Μαρωνείας) παραίτησιν οικειοθελή ποιησαμένου προς την Εκκλησίαν ενυπόγραφον και αβίαστον», νέος Μητροπολίτης Μαρώνειας εξελέγη υπό της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις 10 Οκτωβρίου του 1810, «Ο Οσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης του Αγιωτάτου Πατριαρχικού, Αποστολικού και Οικουμενικού Θρόνου κυρ Κωνστάντιος».

Ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος, όταν εξελέγη Επίσκοπος Μαρωνείας, θα πρέπει να ήταν περίπου σαράντα ετών, και εποίμανε την Μητρόπολη Μαρωνείας για μια δεκαετία, από το 1810 μέχρι το 1821. Γι’ αυτή την δεκαετή χρονική περίοδο μόνο έξι (6) είναι τα σωζόμενα έγγραφα στα οποία αναφέρεται το όνομα του Μητροπολίτου Κωνσταντίου και σε τρία εξ αυτών σώζεται και η υπογραφή του. Τα έγγραφα αυτά αφορούν εκκλησιαστικές πράξεις εγκρίσεως δωρεών, υιοθεσιών, διαθηκών, καθώς και το πρακτικό υπόμνημα της εκλογής του Χίου Πλάτωνος, το οποίο υπογράφει ο Μαρωνείας Κωνστάντιος.

Ο Μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος κατά την δεκαετή αρχιερατική διακονία του στην επαρχία Ροδόπης, πέραν της Εκκλησιαστικής και Ποιμαντικής προσφοράς και δράσεώς του, δεν έπαψε ποτέ να εμψυχώνει τους υπόδουλους  ρωμιούς του τότε Καζά (διοικήσεως) Γκιουμουλτζίνας. Την ίδια περίοδο η «αόρατη αρχή» της Φιλικής Εταιρείας είχε θέσει σε εφαρμογή το εθνικοαπελευθερωτικό σχέδιό της να αφυπνίσει την εθνική συνείδηση των υπόδουλων λαών της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αρχής γενομένης από τις παραδουνάβιες περιοχές. Μεταξύ των μελών της Φιλικής Εταιρείας μεγάλο ήταν το ποσοστό των Μητροπολιτών και γενικότερα των Ορθοδόξων κληρικών.

Ο Μαρωνείας Κωνστάντιος υπήρξε ένας απ’ αυτούς τους Θράκες Επισκόπους που μυήθηκαν στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας μικρό χρονικό διάστημα πριν από την έναρξη της Επαναστάσεως του 1821. Την άνοιξη και πιθανότητα κατά τα τέλη του μηνός Απριλίου ή στις αρχές του μηνός Μαΐου του 1821 ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος εγκαταλείπει την έδρα της επαρχίας του για να λάβει ενεργό δράση στην ένοπλη επανάσταση κατά των Οθωμανών στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Χαλκιδικής.

Η εγκατάλειψη της εκκλησιαστικής επαρχίας του αναφέρεται σε Κώδικα του Πατριαρχικού Αρχειοφυλακίου  ως εξής: «Κωνσταντίου εκ μέσου γενομένου και την Επαρχίαν καταλιπόντος δια κακοβουλίαν αυτού». Γίνεται φανερό ότι ο Κωνστάντιος είχε αποφασίσει να οργανώσει σε επαναστατικό ένοπλο σώμα όσους περισσοτέρους κατοίκους της επαρχίας Μαρωνείας στη Ροδόπη μπορούσε να συγκεντρώσει και κυρίως Μαρωνίτες, προκειμένου να μεταβεί στην Χαλκιδική για να ενισχύσει την επανάσταση και τις εκεί ένοπλες στρατιωτικές ομάδες που δρούσαν εναντίον των Οθωμανών.

Η ψυχή και κινητήρια δύναμη της εν Χαλκιδική επαναστάσεως υπήρξε ο Σερραίος Εμμανουήλ Παπάς, ο οποίος ως μέλος της Φιλικής Εταιρείας ύστερα από την εντολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη ξεκίνησε κρυφά από την Κωνσταντινούπολη ως επίσημος απεσταλμένος του προκειμένου να οργανώσει την επανάσταση σε ολόκληρη την Μακεδονία με βάση και ορμητήριο το Άγιο Όρος και την Χαλκιδική.

Ο Εμμανουήλ Παπάς, αφού μετέβη «εις τας μονάς Λαύρας και Ιβήρων, ένθα ην ο φίλος αυτού Νικηφόρος, μεθ’ ου είχε συννενοηθή πρότερον εν μυστικότητι, απεφάσισε να παραμείνη εν τη μονή Εσφιγμένου, εν η θα συνήρχοντο όπως συσκεφθώσι περί των πρακτέων προς εξέγερσιν του Αγίου Όρους».

Μόλις έφθασε στον Ιερά Μονή Εσφιγμένου μαζί με τον Ιβηρίτη Αρχιμανδρίτη Νικηφόρο, «Φιλικό» και προσωπικό του φίλο, καθώς και με άλλους αγιορείτες συγκάλεσε εκεί γενική συγκέντρωση όλων των μυημένων στην οργάνωση της Φιλικής Εταιρείας της περιοχής της Χαλκιδικής, όπου ομοφώνως απεφασίσθηκε η γενική στρατολογία όσων μπορούσαν να φέρουν οπλισμό στην Χαλκιδική και την Ανατολική Μακεδονία ως την Μαρώνεια και τα εσώτατα της γεωγραφικής Περιφέρειας της Δυτικής Θράκης προκειμένου να είναι έτοιμοι να κινηθούν επιθετικά κατά των Οθωμανών μόλις δοθεί το σύνθημα της εξεγέρσεως.

Ύστερα από την κίνηση αυτή  του Εμμανουήλ Παπά και ενώ είχε γίνει γνωστός ο απαγχονισμός του Οικουμενικού Πατριάρχου Αγίου Γρηγορίου του Ε΄ (+1821), ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος αφού ξεσήκωσε τους κατοίκους της επαρχίας Ροδόπης εγκατέλειψε την επαρχία του ως επικεφαλής μιας ενόπλου ομάδος που αποτελούνταν από Μαρωνίτες και κατοίκους εκ της κωμοπόλεως Μάκρης, η οποία ανήκε τότε στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Μητροπόλεως Μαρωνείας, και κατευθύνθηκε στη νήσο Θάσο, η οποία επίσης υπήγετο εκκλησιαστικώς στη Μητρόπολη Μαρωνείας.

Στη νήσο Θάσο, όπως αναφέρει ο Αυστριακός διπλωμάτης και ιστορικός Prokesche von Osten, ο Μαρωνείας Κωνστάντιος δραστηριοποιήθηκε και συνέβαλε με τις ενέργειές του να επαναστατήσουν οι Θασίτες την άνοιξη του 1821. Η οργάνωση της Επαναστάσεως των Θασιτών συνετελέσθη με την συνεργασία του Μητροπολίτου Κωνσταντίου και του Προέδρου της νήσου Χατζή Γιώργη, ο οποίος είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία από τον συμπατριώτη του αγωνιστή Αρχιμ. Καλλίνικο Σταματιάδη (1792-1877). Έτσι ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος ξεκίνησε από την Θάσο μαζί με Μαρωνίτες, κατοίκους της Μάκρης και μερικούς Θασίτες για το Άγιο Όρος προκειμένου να συναντηθεί με τον Εμμανουήλ  Παπά.

Τελικώς, στα μέσα Μαΐου του 1821 ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος καταφθάνει στο Πρωτάτο των Καρυών του Αγίου Όρους και εκεί, πιθανότατα την 17η Μαΐου του 1821, «συνήλθον όλοι, υπό την προεδρίαν του Παπά, εις την μονήν των Καρυών, την πρωτεύουσαν των άλλων, και απεφάσισαν την καθαίρεσιν και τον περιορισμόν  του Ζαμπίτη του Άθωνος Χασεκή Χαλήμπεη. Τούτο ενηργήθη αμέσως. Διά την εσωτερικήν διοίκησιν και την οικονομικήν επιμελητείαν συνεστήθη εφορία από αντιπροσώπους όλων των μονών και εστρατεύθηκαν όλοι οι μοναχοί οι δυνάμενοι να φέρουν όπλα. Μετά τούτο έγινεν εκκλησιαστική τελετή λειτουργούντος του Μητροπολίτου Μαρωνείας Κωνσταντίου και εκηρύχθη η επανάστασις. Ο Εμμανουήλ  Παπάς ανηγορεύθη αρχηγός και προστάτης της Μακεδονίας».

Κατά δε τα γραφόμενα του Ιωάννου Φιλήμονος: «υπερμεσούντος του Μαΐου… υπέρ δε της εσωτερικής διοικήσεως και του οικονομικού μέρους του πολέμου συνεστήθη, εφορεία γενική παρ’ όλων των μοναστηρίων, και εις τα όπλα προσεκλήθησαν πάντες οι δυνάμενοι εκ των μοναχών του Όρους. Ούτω, τελετής εκκλησιαστικής γενομένης, και του Μητροπολίτου Μαρωνείας Κωνσταντίου ευλογήσαντος, επανέστη ο Άθως υπό τον Εμμανουήλ Παπά».

Ο Μαρωνείας Κωνστάντιος είχε ενεργό ρόλο και καίριο λόγο στην όλη προετοιμασία, οργάνωση και δράση του ενόπλου επαναστατικού αγώνος πριν και μετά την ευλογία των όπλων της επαναστάσεως στο Πρωτάτο των Καρυών. Όπως αναφέρει ο Γεράσιμος Σμυρνάκης «αφού δε ταύτα εγένοντο γνωστά εν Αγίω Όρει, συνηλθον οι εκ των μονών Λαύρας, Βατοπεδίου, Ιβήρων και Χιλανδαρίου προϊστάμενοι εν τη  του Εσφιγμένου Μονή και εψήφισαν τον Εμμανουήλ Αρχιστράτηγο της Μακεδονίας».

Ο Μαρωνείας Κωνστάντιος εξ αρχής υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής του Εμμανουήλ Παπά και συνέβαλε τα μέγιστα προκειμένου εκείνος να αναλάβει την αρχηγεία της επαναστάσεως. Τελικώς, ύστερα από πολλές συζητήσεις μεταξύ των ηγουμένων των μονών του Αγίου Όρους και των λοιπών οπλαρχηγών του επαναστατικού αγώνος «Ο Εμμανουήλ Παπάς εκηρύχθη αρχηγός και προστάτης της Μακεδονίας» και η απόφαση αυτή ανακοινώθηκε στην Γενική Εφορεία του Αγίου Όρους.

Κατά το μήνα Μάιο του 1821 με την υποκίνηση του Εμμανουήλ Παπά επαναστάτησε ο Πολύγυρος, πρωτεύουσα των Χασικοχωρίων προς τον Ισθμό του Αγίου Όρους όπου οι επαναστατημένοι Έλληνες της περιοχής έσφαξαν τον διοικητή των Οθωμανών Χασάν Αγά.

Ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος όμως δεν παρέμεινε μόνο ο απλός εμπνευστής του επαναστατικού αγώνος που εμψύχωνε το ηθικό φρόνημα των υποδούλων Ελλήνων και των αγιορειτών μοναχών. Ο ίδιος έλαβε ενεργό πολεμική δράση στο πεδίο της μάχης και μάλιστα στο πλευρό του Εμμανουήλ Παπά.

Την 1η Ιουνίου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς με 5.900 πολεμιστές εκ των οποίων οι 1000, ίσως και περισσότεροι, ήταν αγιορείτες, μοναχοί, εκστράτευσε στην Χαλκιδική κατά των Οθωμανών της περιοχής της Ιερισσού.

Στην εκστρατεία αυτή ο Εμμανουήλ Παπάς φθάνει στα στενά του Άθωνος και εξεγείρει τους κατοίκους της Ιερισσού και μετά τα Μαδεμοχώρια. Σύμφωνα μάλιστα με την ιστορική διήγηση του μοναχού Δοσιθέου: «ήταν με την συνωδίαν αυτού τότε ζηλωτής υπέρμαχος πρώτος από τους άλλους, ο άγιος Μαρωνείας Κωνστάντιος λεγόμενος είτα ο εξοχώτατος άρχων ιατρός Ευάγγελος, με τους στρατιώτας αυτού, και με πατέρας ως Έθνος είναι εις τα στρατεύματα».

Ουσιαστικώς ο Μαρωνείας Κωνστάντιος και ο Μαρωνίτης Ιατρός Ευάγγελος είχαν τεθεί επικεφαλής σώματος πολεμιστών και είχαν ενταχθεί στο στρατιωτικό επιτελείο του Εμμανουήλ Παπά ως κορυφαίοι συνεργάτες του. Ο Εσφιγμενίτης Ιερομόναχος Γεράσιμος Σμυρνάκης αναφέρει σχετικώς ότι: «μιμηταί του Εμμανουήλ εγένοντο και ο Άγιος Μαρωνείας Κωνστάντιος και ο ιατρός Ευάγγελος εξελθόντες μετά στρατιωτών, ο αρχιμανδρίτης Βατοπεδινός Θεόφιλος, ο Χιλανδαρινός Αρχιμανδρίτης Ησαϊας, ο εκ Κουτλουμουσίου αρχιμανδρίτης Γρηγόριος, ο Λαύρας Ναθαναήλ, ο καθηγούμενος Εσφιγμένου Ευθύμιος και φίλος επιστήθιος του Εμμανουήλ, ο Ξενοφώντος Γεδεών, όστις ην Σπαθάριος, και πλείστοι έτεροι μοναχοί και λαϊκοί συνεξεστράτευσαν μετά του Εμμανουήλ Παπά».

Στη μάχη αυτή ο Εμμανουήλ Παπάς πολέμησε με γενναιότητα και θάρρος τρέποντας σε άτακτη φυγή τους Οθωμανούς του Γιουσούφ Πασά. Τα γενόμενα σχετικώς με την μάχη αυτή αναφέρουν ο Μητροπολίτης Ιερισσού και Αγίου Όρους Ιγνάτιος και ο Μαρωνείας Κωνστάντιος, οι οποίοι επιβεβαιώνουν με γράμμα  τους, της 1ης Ιουνίου 1821, την γενναιότητα του Εμμανουήλ Παπά εναντίον των Οθωμανών και την φιλάνθρωπη στάση του απέναντι στους κατοίκους της Χαλκιδικής και στους δύο αυτούς Μητροπολίτες οι οποίοι πολεμώντας με αυτοθυσιαστικό πνεύμα στο πεδίο της μάχης κινδύνευσαν να πέσουν στα χέρια του Οθωμανικού στρατού. Το γράμμα τούτο είναι μια έκφραση ευγνωμοσύνης των δύο Μητροπολιτών και συνάμα αποδεικνύει περιτράνως την ενεργό δράση και συμμετοχή του Μαρωνείας Κωνσταντίου στις πολεμικές μάχες στην Χαλκιδική κατά των Οθωμανών, αλλά και το ότι ήταν ο πρώτος μετά τον Εμμανουήλ Παπά που αγωνιζόταν σθεναρά και εμψύχωνε τους Έλληνες επαναστάτες στην Χαλκιδική.

Εν τω μεταξύ η νικηφόρα προέλαση των Ελλήνων υπό την αρχηγία του Εμμανουήλ Παπά στη Χαλκιδική ενέβαλε σε ανησυχία έντονη τον πασά της Θεσσαλονίκης Γιουσούφ Μπέη, ο οποίος καλεί σε βοήθεια και ενίσχυσή του τον Μπαϊράμ Πασά,  ο οποίος τελικώς αποστέλλεται από τον Σουλτάνο Μαχμούτ.

Ο Εμμανουήλ Παπάς ανήσυχος για την παρουσία του Μπαϊράμ Πασά στην Χαλκιδική καταφεύγει  στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής με 200 περίπου άνδρες, ενώ ο Μαρωνείας Κωνστάντιος με μικρό αριθμό πολεμιστών κατευθύνεται στα στενά της Ρεντίνας, όπου στις 15 Ιουνίου του 1821 γίνεται μάχη στην οποία ο Μπαϊράμ Πασάς με 20.000 πεζούς και 3.000 ιππείς κατατροπώνει τους Έλληνες πολεμιστές που είχαν καταφύγει στην Ρεντίνα και καταπνίγει στο αίμα την εξέγερση και καταστρέφοντας τις κωμοπόλεις του Πολυγύρου, των Βασιλικών και της Γαλάτιστας.

Στην μάχη της Ρεντίνας πιθανόν τραυματίζεται ο Μαρωνείας Κωνστάτντιος και αναχωρεί για το Άγιο Όρος προκειμένου να σωθεί, όπως και πολλοί από τους διασωθέντες αγιορείτες μοναχούς και τους άλλους Έλληνες πολεμιστές. Υποστηρίζεται από ορισμένους ερευνητές ότι στη μάχη εκείνη ο Κωνστάντιος άγνωστο πως, σκοτώθηκε. Η άποψη όμως αυτή δεν ευσταθεί διότι σώζονται  τρία έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν ότι ο Μαρωνείας Κωνστάντιος κατάφερε μετά την μάχη της Ρεντίνας να διαφύγει της συλλήψεως από τους Οθωμανούς, να καταφύγει στο Άγιο Όρος και να σωθεί.

Το τελευταίο εκ των τριών αυτών εγγράφων με ημερομηνία 12 Οκτωβρίου 1821 αναφέρει ότι την προηγουμένη ημέρα (11 Οκτωβρίου) είχε αφιχθεί ο Μαρωνείας Κωνστάντιος στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου του Αγίου Όρους και είχε διανυκτερεύσει εκεί. Με τη γραπτή αυτή μαρτυρία καταδεικνύεται ότι ο Μαρωνείας Κωνστάντιος ήταν στο επίκεντρο της επικοινωνίας του Αγίου Όρους με τον Εμμανουήλ Παπά και συνεχώς δίπλα του, καθώς και το ότι κατά μήνα Οκτώβριο του 1821 ήταν ζωντανός. Αυτή είναι και η  τελευταία γραπτή μαρτυρία που υπάρχει για τον Μαρωνείας Κωνστάντιο όσο ευρίσκετο εν ζωή.

Όταν όμως στις 15 Δεκεμβρίου του 1821 εισήλθε ο Μεχμέτ Αβδούλ Αμπούδ Πασάς στο Άγιο Όρος, εζήτησε επιμόνως να συναντήσει τον Μαρωνείας Κωνστάντιο και όταν πληροφορήθηκε τον θάνατό του, εζήτησε να ανοιχθεί ο τάφος του και όταν αυτό έγινε, επίστευσε ότι όντως είχε πεθάνει. Αυτή είναι η τελευταία  γραπτή μαρτυρία που έχουμε για τον Μητροπολίτη Μαρωνείας Κωνστάντιο. Μπορούμε μάλιστα να συμπεράνουμε ότι εφόσον μέχρι τα μέσα Οκτωβρίου του 1821 ήταν εν ζωή και αφού κατά τον μήνα Δεκέμβριο είναι βέβαιο ότι ήταν νεκρός, θα πρέπει να εκοιμήθη στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα (τέλη Οκτωβρίου – μέσα Δεκεμβρίου) στο Άγιο Όρος χωρίς όμως μέχρι και σήμερα να έχει εντοπισθεί, εάν υπάρχει, ο τάφος ή το λείψανό του.

Η άποψή μας ότι ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος εκοιμήθη πιθανότατα κατά τα τέλη του μηνός Οκτωβρίου φαίνεται ότι ενισχύεται και από το γεγονός ότι τον Οκτώβριο του 1821 εξελέγη νέος Μητροπολίτης Μαρωνείας «ο Πανοσιώτατος Ιερομόναχος Κυρ Δανιήλ», στοιχείο που αποδεικνύει ότι η Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν προέβαινε στην εκλογή νέου επισκόπου για την Μητρόπολη Μαρωνείας όσο χρονικό διάστημα ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος είχε εγκαταλείψει την επαρχία του και μετείχε τον ενόπλων συγκρούσεων στην Χαλκιδική και ήταν εν ζωή. Προφανώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο προέβη στην εκλογή του ιερομόναχου  Δανιήλ ως νέου Μητροπολίτου Μαρωνείας, αφότου εκοιμήθη ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος κατά τα τέλη του μηνός Οκτωβρίου.

Ο βίος του ακατάβλητου Εθνεγέρτου Μητροπολίτου Μαρωνείας Κωνσταντίου υπήρξε ένας συνεχής και ακατάβλητος αγώνας για την πίστη του Χριστού και την ελευθερία της πατρίδος του. Υπήρξε ο εθνεγέρτης της Ροδόπης και το δεξί χέρι του Εμμανουήλ Παπά, τόσο σε επίπεδο οργανώσεως της επαναστάσεως στην Χαλκιδική, αλλά και λόγω της προσωπικής του συμμετοχής στις ένοπλες συγκρούσεις εναντίον των Οθωμανών στο πεδίο της μάχης.

Για όλα αυτά η Ιερά Μητρόπολη Μαρωνείας και Κομοτηνής ετίμησε τον εθνεγέρτη Μητροπολίτη Κωνστάντιο μετά από 160 έτη, όταν στις 29 Νοεμβρίου του 1981 έκανε τα αποκαλυπτήρια του αδριάντος αυτού, ο οποίος δεσπόζει στον προαύλιο χώρο του Ιερού Καθεδρικού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Κομοτηνής. Ήταν η ελαχίστη  τιμή και το αντίδωρο της ευγνωμοσύνης της τοπικής εκκλησίας για τους ακατάβλητους αγώνες και την θυσία του Μαρωνείας Κωνσταντίου υπέρ της ελευθερίας του ευσεβούς Γένους μας.

Υ.Γ. Το παρόν επετειακό – ιστορικό κείμενο αφιερούται στην ιερά μνήμη και του αοιδίμου Μητροπολίτου Μαρωνείας Ιωαννικίου Αβραμάκη (1838 – 1839), ο οποίος ως Iεροδιάκονος στην Κομοτηνή μυήθηκε ως μέλος της Φιλικής Εταιρείας στο Βουκουρέστι κατά το έτος 1819.



ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΛ. ΣΙΔΗΡΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ









Η Ελληνική Επανάσταση στη Θράκη

Η συμμετοχή της Θράκης στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 υπήρξε ουσιαστική, συνεχής και πολύμορφη, παρά το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε κάτω από πολύ πιο δύσκολες συνθήκες σε σχέση με τις περιοχές της Ρούμελης (ΜακεδονίαΘεσσαλία & Στερεά Ελλάδα) και του Μοριά. Η Θράκη βρισκόταν πολύ κοντά στην Κωνσταντινούπολη και η παρουσία του Οθωμανικού στρατού στην περιοχή ήταν ισχυρή, οπότε πολύ εύκολα κάθε εξέγερση θα καταπνιγόταν από τους Τούρκους. Παράλληλα, η ομαλή διαμόρφωση του εδάφους δεν παρείχε δυνατότητα ανάπτυξης κλεφτοπόλεμου και διαφυγής στα βουνά, όπως γινόταν στο ορεινό έδαφος της νότιας Ελλάδας. Η επανάσταση στη Θράκη είχε τη μορφή τοπικών εξεγέρσεων. Πολλοί ήταν οι Θράκες που έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρείας, ενώ άλλοι, κυρίως νέοι, υπήρξαν Ιερολοχίτες. Ταυτόχρονα, σημαντική ήταν η συμμετοχή των Θρακών αγωνιστών στις στρατιωτικές επιχειρήσεις τόσο της ξηράς όσο και της θάλασσας, ενώ πολλοί από τους αγωνιστές αυτούς συνέχισαν τον αγώνα σε νοτιότερες εστίες.

Προετοιμασία του αγώνα

Μεγάλη ήταν η προσφορά των Θρακών στην οικονομική και πνευματική ζωή των υπόδουλων Ελλήνων, αφού δραστηριοποιήθηκαν στο εμπόριο, έδειξαν ενδιαφέρον για τη μόρφωση και την παιδεία και σφυρηλάτησαν αλληλέγγυο κοινοτικό πνεύμα με την εφαρμογή του συστήματος των κοινοτήτων,  που ευνόησε την κοινωνική και οικονομική ακμή της Θράκης και προετοίμασε το έδαφος για την αφύπνιση του ντόπιου ελληνισμού και τη μελλοντική εξέγερση. Οι θρακικές κοινότητες έδιναν μεγάλη σημασία στην εκπαίδευση ως απαραίτητο παράγοντα για την εθνική αφύπνιση. Γι’ αυτό το λόγο, από πολύ νωρίς, ήδη από τον 15ο αιώνα, οι κοινότητες λειτουργούν σχολεία και ιδρύουν βιβλιοθήκες στην Αδριανούπολη, στη Φιλιππούπολη, στην Αίνο, στην Καλλίπολη, στο Διδυμότειχο, στα Γανοχώρια, στη Σηλυβρία, στη Σωζόπολη και σε άλλες θρακικές πόλεις, που υπήρξαν αργότερα σημαντικοί πυρήνες τοπικών επαναστατικών κινημάτων. Τα περισσότερα από τα ιδρύματα αυτά συντηρούνται από τις τοπικές συντεχνίες, τις κοινοτικές αρχές και την εκκλησία.[1][2]

Πρωτεργάτης της αφύπνισης του λαού υπήρξε ο Αδριανουπολίτης αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Πολυειδής. Το έργο του «Οι χρησμοί του Αγαθάγγελου», που γράφτηκε περίπου το 1750, είχε τεράστια απήχηση στην αυλή της Αικατερίνης Β’ στην Πετρούπολη και ενίσχυσε σημαντικά το φιλελληνισμό στις ευρωπαϊκές πόλεις, που ο ίδιος επισκέφθηκε. Ταυτόχρονα, «Οι χρησμοί του Αγαθάγγελου», τους οποίους πρώτος εξέδωσε ο Ρήγας Φεραίος, προώθησαν το επαναστατικό πνεύμα των υπόδουλων Ελλήνων, επειδή προέλεγαν τη μελλοντική απελευθέρωση του σκλαβωμένου ελληνισμού.[1][2][3]

Παράλληλα με την ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας της Αθήνας το 1813 και της αντίστοιχης εταιρείας της Βιέννης το 1814 και άλλων παρόμοιων μορφωτικών εταιρειών στις παραμονές της ελληνικής επανάστασης, σημαντικό ρόλο έπαιξε και η ίδρυση του «Αθήναιον» του Μονάχου, δημιούργημα του Ειρηναίου Θείρσιου (γερμ. Friedrich Thiersch), γερμανού φιλέλληνα, ουμανιστή και καθηγητή κλασικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, στο οποίο φοιτούσαν πολλοί νέοι Θρακιώτες και Μικρασιάτες.[3]

Θρακιώτες στη Φιλική Εταιρεία

Ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων στο έργο του για την ιστορία της Φιλικής Εταιρείας αναφέρει 700 ονόματα Φιλικών από τα οποία 31 είναι Θράκες.[4] Χαρακτηριστικά σχολιάζει για τη συμβολή των Θρακών Φιλικών στην Επανάσταση  ότι «αν οι Έλληνες έμποροι της Δύσεως και του Βορρά εκυοφόρησαν την επανάστασιν του 1821 και Έλληνες της Οδησσού την εγέννησαν, Έλληνες της Θράκης την εθήλασαν».[1][2][5]

Στις παραμονές της Επανάστασης οι θρακικές κοινότητες δραστηριοποιούνται δυναμικά με τη μύηση Θρακών στη Φιλική Εταιρεία. Το 1815 εγγράφεται ως τέταρτο μέλος της Φιλικής Εταιρείας μαζί με τον Ξάνθο, τον Τσακάλωφ και τον Σκουφά ο έμπορος Αντώνης Κομιζόπουλος από τη Φιλιππούπολη. Ο Κομιζόπουλος, που αναφέρεται από τον Ξάνθο στα απομνημονεύματά του ως "χρηστοήθης και έντιμος", σε ολόκληρη τη διάρκεια της επανάστασης συνέχισε να συμβάλλει ηθικά και υλικά για την ευόδωση του αγώνα από τη Μόσχα, που ήταν η έδρα των επιχειρήσεών του.[2][3][6] Το σπίτι του Αντώνη Κομιζόπουλου σώζεται σήμερα στη Φιλιππούπολη και λειτουργεί ως εθνογραφικό μουσείο. Καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος του μεγαλέμπορου Γρηγορίου Μαρασλή από τη Φιλιππούπολη, ο οποίος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία μετά την καταστροφή του Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία διαβλέποντας την ανάγκη περίθαλψης των προσφύγων.[1] Μετά την εκλογή του στη νέα εφορία της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό αποφάσισαν μαζί με τον Σταμάτη Κουμπάρη να μετονομάσουν τη Φιλική Εταιρεία σε «Φιλανθρωπική Εταιρεία».[2][3] Το σπίτι του στην Οδησσό στην «Κόκκινη πάροδο», γνωστό σήμερα ως το «Κόκκινο Σπίτι», αποτέλεσε έδρα συναντήσεων και συνεδριάσεων των Φιλικών.[3][7] Σήμερα στεγάζει το Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού (παράρτημα Οδησσού).[3]

Γνωστά μέλη της Φιλικής Εταιρείας υπήρξαν οι Θρακιώτες αδελφοί Κυριάκος, Σταμάτης και Αλέξανδρος Κουμπάρης από τη Μεσημβρία της Μαύρης θάλασσας, επίσης έμποροι, που δραστηριοποιούνται στην Οδησσό. Μάλιστα, μετά τη σύσταση της νέας εφορίας της Οδησσού από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, ο Αλέξανδρος Κουμπάρης συμμετείχε ενεργά στη δράση της. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, δυσαρεστημένος από την φειδωλή οικονομική υποστήριξη των πλουσίων Φιλικών της Οδησσού, ανέθεσε στον Σταμάτη Κουμπάρη να βρει χρήματα και αυτός άρχισε να μυεί μαζικά και ανεξέλεγκτα τους κατοίκους της Οδησσού στη Φιλική Εταιρεία προκειμένου να εξασφαλίσει οικονομική υποστήριξη.[2][3]

Ανάμεσα στα μέλη της Φιλικής Εταιρείας συγκαταλέγονται πλήθος Θρακών, οι οποίοι προέρχονταν από τη Μεσημβρία, την Αγχίαλο, τη Σωζόπολη, τη Βάρνα, τη Φιλιππούπολη και την Στενήμαχο. Ως Φιλικοί αναφέρονται ο ιεροδιάκονος Ιωαννίκιος Μαρώνειας, γνωστός ως Ιωαννίκιος ο Φιλικός, που μυήθηκε από τον Παπαφλέσσα, ο επίσης Μαρωνίτης έμπορος Μηχανίδης, οι Αναγνώστης Αυξεντιάδης και Αναστάσιος Κομνηνός από τη Μεσημβρία, οι Δημήτριος Κώνστας, Αντώνιος και Παναγιώτης Παλαιολόγος, Ζαφείρης και Κωνσταντίνος Νέστωρ και ο Γεώργιος Σγουρός από την Αγχίαλο, ο έμπορος Κωνσταντινίδης από τη Σωζόπολη, οι Αδάμ Κέλκος, Θεόδωρος Αθανασίου και Ιωάννης και Κωνσταντίνος Παπά Νίκογλου όλοι από τη Φιλιππούπολη, οι Ιωάννης Ελευθερίου, Παρασκευάς Νικολάου από τη Βάρνα και πολλοί άλλοι. Σήμερα σώζονται τα διπλώματα μυήσεως στη Φιλική Εταιρεία του Αινίτη καπετάνιου Χατζή Αντώνη Βισβίζη (στην Εθνική Βιβλιοθήκη), του Αντώνιου Κομιζόπουλου, του Κάρπου Παπαδόπουλου και του Μακάριου Μαλαξού στο αρχείο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας.[2] Χωρίς αμφιβολία οι Φιλικοί Θρακιώτες ήταν πολύ περισσότεροι, καθώς πολλοί από αυτούς που ζούσαν στη Μολδοβλαχία και ανέλαβαν δράση στη Ρωσία και στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ήταν μυημένοι στην Φιλική Εταιρεία.[3][8]

Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε από τα βασικά στελέχη της Φιλικής Εταιρείας στην οργάνωση του παραρτήματος της Αδριανούπολης, όπου πραγματοποιούσε συχνές επισκέψεις ο Εμμανουήλ Ξάνθος. Οι συναντήσεις των Φιλικών πραγματοποιούνταν στο σπίτι του Αμιρά, κοντά στη μητρόπολη. Στους σπουδαιότερους Αδριανουπολίτες Φιλικούς συγκαταλέγονται οι Σωτήρης Κώκιας, Δημήτριος Χατζηστάνου και Δημήτριος Λέτζογλου, οι οποίοι μυήθηκαν στο Γαλάτσι της Ρουμανίας, ο Γεώργιος Παπά ή Κούρτογλους ή Καραγιώργος, ο οποίος πήρε μέρος μαζί με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στη μάχη στο Σκουλένι (16-17 Ιουνίου 1821) και έχασε εκεί τους πέντε αδελφούς του.[2][3]

Θρακιώτες στον Ιερό Λόχο

Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στους νέους που κατάγονταν από τη Θράκη και είτε σπούδαζαν σε πανεπιστήμια της κεντρικής Ευρώπης και στις Αυθεντικές Ακαδημίες του Βουκουρεστίου και του Ιάσιου, είτε εργάζονταν σε εμπορικούς οίκους Ελλήνων της νότιας Ρωσίας και των Ρουμανικών χωρών. Αυτοί ήταν από τους πρώτους που πλαισίωσαν τον Ιερό Λόχο του Αλέξανδρου Υψηλάντη και πήραν μέρος στη μάχη στο Δραγατσάνι, όπου έχασαν και τη ζωή τους ηρωικά μαχόμενοι.[8]

Πολλοί από Θράκες του Ιερού Λόχου που διασώθηκαν στράφηκαν στη Ρωσία, στην Οδησσό, όπου τους περιέθαλψαν Φιλικοί, ενώ άλλοι κατέφυγαν στη Νότια Ελλάδα για να συνδράμουν τις εκεί πολεμικές επιχειρήσεις, όπως οι αδελφοί Θεόδωρος, Πασχάλης, Αθανάσιος και Κωνσταντίνος Ξενοκράτης. Μεταξύ αυτών που επέζησαν ήταν και ο Κωνσταντίνος Ξενοκράτης από το Σαμάκοβο, ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι και διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση σχολείων στη γενέτειρά του, στη Βιζύη, αλλά και στο Μεσολόγγι (Ξενοκράτειο Παρθεναγωγείο). Παράλληλα, μαζί με τον αδελφό του είχε μετατρέψει το σπίτι του στο Βουκουρέστι σε νοσοκομείο για την περίθαλψη των Ελλήνων.[1][2][3]

Ενεργή συμμετοχή στα επαναστατικά γεγονότα της Μολδοβλαχίας είχε και ο Αδριανουπολίτης Γεώργιος Παπά (ή Καραγιώργος ή Κούρτογλους), ο οποίος διασώθηκε βαριά τραυματισμένος από τη μάχη στο Σκουλένι και στη συνέχεια συγκρότησε δικό του εκστρατευτικό σώμα, για να κινητοποιήσει τον ελληνισμό της βόρειας Ελλάδας. Το εγχείρημα του κατέληξε άδοξα, αφού προδόθηκε στις τουρκικές αρχές και αναγκάστηκε να διαφύγει από τη Ρωσία για την επαναστατημένη Ελλάδα.[2][3][5]

Στην επανάσταση στη Μολδοβλαχία συμμετείχε και ο Θανάσης Καραμπελιάς ή Μπελιάς από την Κορνοφωλιά του Έβρου. Αρχικά, είχε σχηματίσει δικό του αντάρτικο σώμα στο Σουφλί, αλλά αργότερα, αφού το 1818 μυήθηκε στην Φιλική Εταιρία, τάχθηκε στο πλευρό του Αλέξανδρου Υψηλάντη, τον οποίο και ακολούθησε σε πολλές μάχες. Όταν ο Υψηλάντης διέφυγε στην Αυστρία, ο Καραμπελιάς κατευθύνθηκε προς το νότο, αλλά διασχίζοντας την οροσειρά της Ροδόπης, έπεσε σε τουρκική ενέδρα, συνελήφθη και απαγχονίστηκε στην Αδριανούπολη.[2] Κατά μία άλλη εκδοχή, που στηρίζεται σε προφορική παράδοση, διασώθηκε και συνέχισε τον αγώνα στη νότια Ελλάδα. Η ηρωική μορφή του Καραμπελιά απαθανατίστηκε σε δημοτικά τραγούδια.[2] Μαζί με τον Καραμπελιά στη Μολδοβλαχία πολέμησε και ο Kαρά-Γιάννης ή κατά κόσμον Γιάννης Καραφυλίδης ή Καρυοφυλάκης , από το χωριό Σίδιον ή Σαχίνκιοϊ των Μαλγάρων. Συμμετείχε σε πολλές μάχες, στην έναρξη της επανάστασης από το 1818 . Σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον των Τούρκων και ετάφη στην περιοχή της Οδησσού. Σύμφωνα με μια προφορική παράδοση οι δυο τους οδήγησαν σώμα 1500 ανδρών από τη Θράκη στη Μολδοβλαχία. Από την Κορνοφωλιά καταγόταν και ο Γεώργιος Γιαννακούδης, ο οποίος πολέμησε στη Μολδοβλαχία και στη νότια Ελλάδα και στη συνέχεια επέστρεψε σώος στην πατρίδα του.[2][3][7][8]

Θρακιώτες Αγωνιστές

Η συμμετοχή των Θρακών μαχητών υπήρξε πολύτιμη στους αγώνες για την απελευθέρωση του γένους τόσο στη στεριά, όσο και στη θάλασσα, ενώ οι Θράκες δεν έπαψαν ποτέ να ξεσηκώνονται και κατά τη μετεπαναστατική περίοδο (Μακεδονικός Αγώνας 1904-1908).[3]

Από τα ενεργά στελέχη της Φιλικής Εταιρείας ο μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος δραστηριοποιήθηκε στη Θάσο, όπως αναφέρει ο Αυστριακός διπλωμάτης και ιστορικός Prokesche von Osten, και συνέβαλε με τις ενέργειές του και με τη συνεργασία του προέδρου του νησιού Χατζη Γιώργη, ο οποίος είχε μυηθεί στην Φιλική Εταιρεία από τον συμπατριώτη του αγωνιστή Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Σταματιάδη, να επαναστατήσουν οι Θασίτες την άνοιξη του 1821.[9] Έτσι ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος ξεκίνησε από την Θάσο μαζί με Μαρωνίτες, κατοίκους της Μάκρης και μερικούς Θασίτες για το Άγιο Όρος προκειμένου να συναντηθεί με τον Εμμανουήλ Παπά, ο οποίος ήδη από διμήνου βρισκόταν στη Μονή Εσφιγμένου. Στο Πρωτάτο των Καρυών το Μάιο του 1821, μαζί με τον Εμμανουήλ Παπά, ο Μητροπολίτης Κωνστάντιος ευλόγησε τα όπλα των επαναστατών της Χαλκιδικής. Σύμφωνα με το έργο του Ιωάννη Φιλήμονος «υπερμεσούντος του Μαΐου… υπέρ δε της εσωτερικής διοικήσεως και του οικονομικού μέρους του πολέμου συνεστήθη, εφορεία γενική παρ’ όλων των μοναστηρίων, και εις τα όπλα προσεκλήθησαν πάντες οι δυνάμενοι εκ των μοναχών του Όρους. Ούτω, τελετής εκκλησιαστικής γενομένης, και του Μητροπολίτου Μαρωνείας Κωνσταντίου ευλογήσαντος, επανέστη ο Άθως υπό τον Εμμανουήλ Παπά».[4] Την 1η Ιουνίου του 1821 ο Εμμανουήλ Παπάς με 5.900 πολεμιστές εκ των οποίων οι 1000, ίσως και περισσότεροι, ήταν αγιορείτες μοναχοί, εκστράτευσε στην Χαλκιδική κατά των Οθωμανών της περιοχής της Ιερισσού.[10] Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του μοναχού Δοσίθεου Κωνσταμονίτη, ο οποίος ως αυτόπτης μάρτυρας περιγράφει την πορεία του Μητροπολίτη Κωνστάντιου, του Παπά και του γιατρού Ευάγγελου προς τα Στάγειρα: «Εξεστράτευσε, λοιπόν, τότε ο εκλαμπρότατος εκείνος άρχων Μανωλάκης μετά των στρατευμάτων αυτού, πεζούς και καββαλαραίους και με φλάμπουρα ..... και ήταν με τη συνοδείαν αυτού τότε ζηλωτής υπέρμαχος πρώτος από τους άλλους, ο άγιος Μαρωνείας, Κωνστάντιος λεγόμενος. Είτα ο εξοχότατος άρχων ιατρός Ευάγγελος, με τους στρατιώτας αυτού, και με πατιέρας, ως έθος είναι εις τα στρατεύματα». Ο μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια του εγχειρήματος της Μακεδονίας, πιθανότατα στη μάχη της Ρεντίνας, ενώ ο Εμμανουήλ Παπάς αναχώρησε για την Ύδρα μαζί με άλλους συμπολεμιστές του με το καράβι του Αινίτη Χατζή-Αντώνη Βισβίζη Δοντά, πάνω στο οποίο και ξεψύχησε.[3][10]

Άλλοι Θράκες, που διακρίθηκαν στον Αγώνα για την ανεξαρτησία, ήταν οι Βασίλειος Χριστοφόρου, Αθηναίος Κυνηγός, Κωνσταντίνος Καζαζόγλου, Κώστας Δεληολάνης, Σταύρος Σταμούλης, Χριστόφορος Σταυράκης, Κοσμάς Κουκκίδης και, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο Γεώργιος Παπάς (Κούρτογλους ή Καραγιώργος), ο Θανάσης Μπελιάς ή Καραμπελιάς και ο Γιαννακούδης.[3][8]

Καθοριστικής σημασίας υπήρξε κι η συμμετοχή των Θρακών στον τακτικό στρατό. Ο Θρακιώτης ιστορικός του τακτικού στρατού συνταγματάρχης Χρίστος Βυζάντιος μας πληροφορεί ότι οι νέοι αγωνιστές προέρχονταν από τις κατεστραμμένες από τους Τούρκους πόλεις της Θράκης, της Μακεδονίας και της Μικρά Ασίας. Οι αγωνιστές, που διακατέχονταν από πνεύμα πατριωτισμού, ήρθαν στην Ελλάδα για να υπηρετήσουν την πατρίδα τους.[11] Στον πυρήνα του τακτικού στρατού στρατολογήθηκαν Έλληνες από όλη την Οθωμανική Αυτοκρατορία προσδίδοντας στο σώμα μια πανεθνική χροιά. Θρακιώτες και Βούλγαροι ιπποκόμοι των πασάδων, που ήταν κλεισμένοι μέσα στην Τριπολιτσά, δραπέτευαν με κάθε ευκαιρία προς το ελληνικό στρατόπεδο, για να σχηματίσουν τον πυρήνα του πρώτου άτακτου ελληνικού ιππικού. Στο σώμα αυτό, υπό την αρχηγία του Νικήτα Σταματελόπουλου, εντάχθηκαν πολυάριθμοι Έλληνες από την Τουρκία και την Ευρώπη. Το ανομοιογενές και πολυσύνθετο, όμως, αυτό σώμα δεν διέθετε συνοχή και ενότητα με αποτέλεσμα να διαλυθεί γρήγορα κυρίως εξαιτίας του μισθού, που δινόταν στα υπόλοιπα σώματα.[3][11]

Ανάμεσα στους Θρακιώτες αγωνιστές του τακτικού στρατού ξεχωρίζει ο λόγιος και συγγραφέας του «Απανθίσματος του Ιστορικού αγώνος της Ελλάδος» Κάρπος (Πολύκαρπος) Παπαδόπουλος από την Αδριανούπολη, που αγωνίστηκε για το γένος ως το θάνατό του το 1871 με τα στρατιωτικά σώματα του Γεωργίου Βαρνακιώτη, του Μεταξά και του Οδυσσέα Ανδρούτσου με το βαθμό του χιλίαρχου, από τον οποίο παραιτήθηκε το 1824 και συνέχισε να αγωνίζεται ως απλός στρατιώτης. Με το βαθμό του λοχαγού συμμετείχε στις μάχες των Μύλων, της Καρύστου και του Πειραιά, καθώς και στη δεύτερη εκστρατεία της Χίου με το Φαβιέρο και έφτασε μέχρι το βαθμό του αντισυνταγματάρχη.[3] Στον τακτικό στρατό συμμετείχαν ενεργά οι Αδριανουπολίτες Παναγιώτης Μπάχαρης και Χατζηγιώργης Δημητρίου. Ο πρώτος υπηρέτησε ως λοχίας και αργότερα ως υπολοχαγός του πρώτου συντάγματος και πήρε μέρος στις μάχες στο Κομπότι και στο Πέτα. Ο δεύτερος συμμετείχε στην πολιορκία της Κορίνθου και πολέμησε μαζί με τον αδελφό του κατά του Ιμπραήμ στην Αργολίδα.[3]

Κάποιος Ξανθιώτης με το όνομα Γιώργης Δημητρίου συγκρότησε δικό του σώμα επανδρωμένο από Θρακιώτες και το Σεπτέμβριο του 1824 ήταν επικεφαλής σώματος 49 ανδρών στη φρουρά της Ύδρας. Θράκας από τη Ραιδεστό, ήταν και ο λόγιος Ιωάννης Τατλίκαρης, ο οποίος στη συνέχεια διετέλεσε μέλος του Αρείου Πάγου. Πλήθος Βαρναίων, των οποίων τα ονόματα χάθηκαν σχεδόν όλα, αγωνίστηκαν για την ελευθερία της Ελλάδας σε διάφορες τοποθεσίες. Επιπλέον, είναι γνωστό το στρατιωτικό σώμα των Θρακομακεδόνων, που αποτελούταν από Θράκες, Μακεδόνες και Θεσσαλούς με επικεφαλής το Στέφο Βούλγαρη. Αξίζει να σημειωθεί πως στις αρχές του 1827 στο στρατόπεδο που συγκροτήθηκε έξω από την Ακρόπολη, οι 9.500 από τους 11.000 αγωνιστές ήταν Θρακομακεδόνες, καθώς και νησιώτες. Αξιοσημείωτη είναι η γυναικεία συμβολή στον αγώνα με τη μορφή της Κωνσταντινουπολίτισσας Μαριγώς Ζαραφοπούλα, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, που αγωνίστηκε στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και στην Πελοπόννησο (Ιούνιος 1821).[3]

Οι θρακικοί ναυτικοί συνεταιρισμοί συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα για την ελευθερία όχι μόνο στο Θρακικό πέλαγος, αλλά σε ολόκληρο το Αιγαίο, στον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο. Σημαντική βοήθεια στις επιχειρήσεις στη θάλασσα προσέφερε η Αίνος, μεγάλη ναυτική δύναμη της εποχής, που διέθετε περίπου 300 καράβια, όταν εκδηλώθηκε η εξέγερση της πόλης. (Μακεδονία) Ταξιδεύοντας σε μακρινές αποστάσεις, ενισχύοντας επαναστάσεις στη Μακεδονία και λαμβάνοντας μέρος σε ναυμαχίες, ενέδρες και εκστρατείες οι Αινίτες ναυτικοί συνέβαλαν σημαντικά στον αγώνα. Σημαντικό ρόλο στους ναυτικούς αγώνες διαδραμάτισαν οι Χατζή Φρατζής Κούταβος, ο γιος του Μαργαρίτης Κούταβος και ο ανιψιός του Κωνσταντίνος Κούταβος, όλοι από την Αίνο. Ο Χατζή Φρατζής Κούταβος διακρίθηκε για τη γενναιότητά του σε πολλές μάχες και άφησε σημαντικές μαρτυρίες για τον αγώνα στην αλληλογραφία του και στα επίσημα έγγραφα που αντάλλασσε με την τότε ελληνική διοίκηση. Ο γιος του Μαργαρίτης Κούταβος με το πλοίο τους «Ποσειδών» συμμετείχε  στην εκστρατεία του Ολύμπου και της Χαλκίδας, ενώ έσωσε πολλές ζωές συμπατριωτών του στην καταστροφή της Χίου και στην Εύβοια κατά την εκστρατεία του Δράμαλη.[3]

Σπουδαία συμβολή στις ναυτικές επιχειρήσεις ήταν αυτή του Χατζή Αντώνη Βισβίζη, ο οποίος με τη γυναίκα του αγωνίστρια Δόμνα Βισβίζη και τα παιδιά τους, με πλήρωμα 140 ναύτες και το μπρίκι του, την «Καλομοίρα», συμμετείχε στις ναυμαχίες του Άθω, της Λέσβου, της Σάμου, βοήθησε στις πολεμικές επιχειρήσεις του Υψηλάντη, του Ανδρούτσου και του Νικηταρά και συνέβαλε στη διάσωσή τους από τις επερχόμενες στρατιές του Δράμαλη. Μετά τον θάνατό του, το έργο του συνέχισε η γυναίκα του, Δόμνα Βισβίζη, συμμετέχοντας στην πολιορκία του Ευρίπου, όπου και διακρίθηκε στο πεδίο της μάχης. Έγινε γνωστή στην Ευρωπαϊκή Φιλελληνική Επιτροπή του Παρισιού, που ανέλαβε να περιθάλψει τον γιο της.[3]

Άλλοι σπουδαίοι Αινίτες αγωνιστές στη θάλασσα ήταν ο Στρατής Σκάρδος, που συμμετείχε σε ναυμαχία κοντά στη Λέσβο, ο Γιάννης Καραβέλας με τον «Άγιο Σπυρίδωνα», ο Λευτέρης Παλιός με τον «Μιχαήλ Αρχάγγελο», πλοία που πήραν μέρος σε ναυμαχίες και χρησιμοποιήθηκαν ως πυρπολικά, ο Χατζηεμμανουήλ Τέρογλου, ο οποίος με το καράβι του «Ποσειδών» διέσωσε αρκετούς Έλληνες στην εκστρατεία της Χίου, ο Γρηγόριος Κομνηνός, που συμμετείχε με τους Ψαριανούς σε αιφνιδιαστικές επιχειρήσεις εναντίον των Τούρκων, και ο Αγγελής Αργυρίου. Πολλοί Αινίτες ναυτικοί έχασαν τη ζωή τους σε διάφορες ναυτικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις σε όλη τη διάρκεια της επανάστασης.[3][8]

Μέσω των εγγράφων κάποιων Θρακών αγωνιστών αντλούμε σήμερα πληροφορίες για την επαναστατημένη Ελλάδα. Τέτοιες περιπτώσεις είναι ο Πολύκαρπος (Κάρπος) Παπαδόπουλος, οι Αδριανουπολίτες Παναγιώτης Μπάχαρης, Κώστας Δεληολάνης, ο Σταύρος Σταματούλης, ο Χριστόφορος Σταυράκης, ο Γεώργης Δημητρίου, ο Ιωάννης Τσατλίκαρης, ο Μιχαήλ Φουντουκλής, ο Νικόλαος Καραχονισενλής και ο Χατζηστεφανής και η Μαριγώ Σαραφοπούλα.[8]

Τα δημοτικά τραγούδια της Θράκης αναφέρονται στα κατορθώματα των Θρακών αγωνιστών, όπως του Μπαξεβάνογλου, του Κωστή Ιγνάτογλου («Τσάνταλης» ή «Μικρός Μοσκόφ»), του Παπάζογλου στη Σηλυβρία και στην Τυρολόη, του καπετάν Λάζου και του καπετάν Βαγγέλη στο Διδυμότοιχο και στην Αδριανούπολη, του καπετάν Αναστάση στο Σουφλί, του καπετάν Νικόλα με τους Δελημπάμπη, Καλθάρα, Δεληθανάση, Μπόζο, Σιλτζίκα.[1]

Το Επαναστατικό Σώμα Ορτακινών και Μανδριτσιωτών (1821

Το 1821 ο επίσκοπος Λιτίτσης Σωφρόνιος που ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας (η επισκοπή Λιτίτσης βρισκόταν στη Θράκη με έδρα το Ορτάκιοϊ της Βόρειας Θράκης), συγκρότησε επαναστατικό σώμα από Μανδριτσιώτες και Ορτακινούς, δηλαδή Έλληνες κατοίκους του Ορτάκιοϊ και της Μανδρίτσας, οι οποίοι αφού διέσχισαν την τουρκοκρατούμενη Βουλγαρία, ενώθηκαν με τα στρατεύματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη και έλαβαν μέρος στην επανάσταση της Μολδοβλαχίας. Μετά την αποτυχία της επανάστασης, όσοι επέζησαν διέσχισαν πολεμώντας τη Βαλκανική χερσόνησο και έφτασαν στην Ήπειρο και απ' εκεί στην επαναστατημένη Ρούμελη, όπου πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδος. Ελάχιστοι από τους πολεμιστές αυτούς επέστρεψαν.[12][13]

Επαναστατικά κινήματα στη Θράκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυριότερη έκφραση της επαναστατικής δραστηριότητας αποτελούν οι τοπικές εξεγέρσεις στη Θράκη που εκδηλώθηκαν παρά το γεγονός ότι διέτρεχαν τον κίνδυνο άμεσης κατάπνιξης λόγω της μικρής γεωγραφικά απόστασης από την Κωνσταντινούπολη. Κι αυτό έγινε σε πολλές περιπτώσεις με οδυνηρές συνέπειες, κυρίως για τον άμαχο πληθυσμό.

Σωζόπολη

Στη Σωζόπολη του Εύξεινου Πόντου, οι ντόπιοι Έλληνες κάτοικοι, με τη βοήθεια δύο συμπατριωτών τους, του Ι. Κωνσταντινίδη και του Κ. Παναγιώτου, που ήταν μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία και τους βοηθούσαν χρηματικά από το Ιάσιο και το Ρένι, ήταν έτοιμοι να εξεγερθούν με την πρωτοβουλία του μητροπολίτη Σωζοπόλεως Παϊσίου Πρικαίου. Στις 17 Απριλίου 1821 ο μητροπολίτης κήρυξε την ένοπλη εξέγερση του ελληνισμού της περιοχής και όρκισε τους 5000 περίπου επαναστάτες στον περίβολο του ναού του Αγίου Ζωσίμου. Το ελληνικό επαναστατικό σώμα είχε επικεφαλής τον Δημήτριο Βάρη, αδελφό του μητροπολίτη Παϊσίου Πρικαίου, που συνεργαζόταν στενά με 500 Βούλγαρους υπό την ηγεσία του βοεβόδα Αντώνωφ.[3][7][8]

Η κρίσιμη και αποφασιστική μάχη δόθηκε στη θέση Κιούπκιοϊ κοντά στον ποταμό Ροπόταμο, ανάμεσα στην Αγαθούπολη και στη Σωζόπολη. Οι ανοργάνωτοι επαναστάτες διαλύθηκαν μπροστά στις αριθμητικά υπέρτερες δυνάμεις του Χουσεΐν πασά της Αγχιάλου. Στις 25 Απριλίου η Σωζόπολη καταλήφθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα. Οι Έλληνες πρόκριτοι συνελήφθησαν και απαγχονίσθηκαν στην πλατεία της πόλης, ανάμεσά τους και ο μητροπολίτης Παίσιος Πρικαίος, που αρνήθηκε να αποκηρύξει το επαναστατικό κίνημα.[2][14] Το σκήνωμα του ρίχτηκε στο Ροπόταμο, αλλά Έλληνες ψαράδες το περισυνέλεξαν και το έθαψαν κρυφά στην τοποθεσία Κουρνιά, που πήρε από τότε την ονομασία "Ο τάφος του Δεσπότη".[2][3][7][8]

Αδριανούπολη

Στα μέσα περίπου του Απριλίου του 1821 σύμφωνα με τον Γάλλο περιηγητή Πουκεβίλ απαγχονίστηκαν στην Αδριανούπολη 26 (κατά άλλους 32) Έλληνες πρόκριτοι δίπλα στην πόρτα της μητροπολιτικής εκκλησίας.[15] Στις 18 Απριλίου ο ίδιος ο σουλτάνος, ως αντίποινα στην αντίδραση της Ευρώπης για τον απαγχονισμό του Οικουμενικού Πατριάρχη Γρηγορίου Ε', εξέδωσε εμπιστευτική διαταγή για τον απαγχονισμό του πρώην Οικουμενικού Πατριάρχη Αδριανουπολίτη Κύριλλου ΣΤ’ (κατά κόσμον Κωνσταντίνου Σερπετζόγλου), που, αν και υπέργηρος, απαγχονίστηκε δημόσια στη συνοικία του Φαναρίου.[15] Κατά άλλους απαγχονίστηκε στην Αδριανούπολη και το σκήνωμά του, όπως και των προκρίτων, ρίχτηκε στον ποταμό Έβρο, περισυνελέγη στο Χειμώνιο από κατοίκους του Πυθίου και ενταφιάστηκε στο σπίτι του Χρήστου Αργυρίου.[3][7][8] Η απώλεια του μητροπολίτη και λόγιου Αδριανουπόλεως Δωρόθεου Πρώιου, που απαγχονίστηκε στις αρχές Ιουνίου στην Κωνσταντινούπολη, σκόρπισε πίκρα και απογοήτευση σε ολόκληρο το θρακικό ελληνισμό.[2][3][7][8]

Αίνος

Επαναστατικές ενέργειες παρατηρήθηκαν στην Αίνο στα τέλη Απριλίου – αρχές Μαΐου  του 1821, όταν οι Αινίτες κατέλαβαν το κάστρο και αιχμαλώτισαν τις τουρκικές δυνάμεις χωρίς, όμως, αποτέλεσμα, αφού η τουρκική φρουρά ανακατέλαβε το κάστρο. Στις 2 Μαΐου ψαριανή μοίρα με επικεφαλής τον Ανδρέα Γιαννίτση μαζί με τον Χατζή Αντώνιο Βισβίζη και τη γυναίκα του Δόμνα Βισβίζη, ο οποίος διοικούσε το μπρίκι του «Καλομοίρα», βομβάρδισε το οχυρό Ιμπριτζέ στον κόλπο του Σάρου, απώθησε τους Τούρκους και ανακατέλαβε το φρούριο.[2][3][7] Η Αίνος έμεινε για αρκετές μέρες στα χέρια των Ελλήνων μέχρι την ανακατάληψη της από τους Τούρκους, οπότε πολλοί Αινίτες αγωνιστές κατέφυγαν στη νότια Ελλάδα. Το 1829 κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου οι Αινίτες επιτίθενται κατά του τουρκικού στρατού, καθώς αυτός προελαύνει προς την Κωνσταντινούπολη και κατορθώνουν να τον διαλύσουν.[8] 

Άλλες πόλεις

Τοπικές εξεγέρσεις σημειώνονταν σε ολόκληρη τη Θράκη και επεκτείνονταν στις περιοχές ΦιλιππουπόλεωςΒάρναςΑγχιάλουΜεσημβρίαςΜάκρηςΜαρώνειαςΚεσσάνης και στη χερσόνησο της Καλλίπολης. Σε πολλά χωριά της Θράκης δημιουργήθηκαν επαναστατική πυρήνες και εστίες αναβρασμού, όπως το Πλαγιάρι, το Εξαμίλι, το Νεοχώρι κ.ά. Πολλά από τα χωριά αυτά καταστράφηκαν ολοσχερώς.[2] Γνωστές είναι οι σφαγές των Ελλήνων στα χωριά ΙσαάκιοΣοφικό και Ασημένιο Διδυμοτείχου. Αλλά και σε άλλες πόλεις της Θράκης οι Τούρκοι εκτέλεσαν ως αντίποινα Έλληνες πρόκριτους, όπως στις Σαράντα Εκκλησιές τον Χατζή Μαζαράκη, Χατζή Δημητράκη και Χατζή Νικόλαο. Επίσης στην Κεσσάνη και στη Βάρνα εκτελέστηκαν οι πρόκριτοι Τσακήρ Τσορμπατζής, Ζαχαρίδης Καρυόφυλλος, Παπαμανώλης, Χριστόδουλος Νικολάου και Κ. Πωγωνάτος. Χαρακτηριστική και άγνωστη περίπτωση είναι το επαναστατικό κίνημα που εκδηλώθηκε στο χωριό Σαλτίκιοϊ, τα σημερινά Λάβαρα του Έβρου, κατά την οποία ένοπλες δυνάμεις με επικεφαλής τον καπετάν Ανδρέα Ματσιάνη εξουδετέρωσαν μετά από διήμερη μάχη τουρκική στρατιωτική δύναμη στη θέση Κουρί. Η προφορική παράδοση αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια της μάχης αυτής οι γυναίκες των Λαβάρων ανεφοδίαζαν τους άντρες πολεμιστές με τρόφιμα και πολεμοφόδια διασχίζοντας 10 χιλιόμετρα δασωμένης έκτασης.[1][2][3][7][8]

Η καταστροφή της Σαμοθράκης

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τουρκικής βιαιότητας απέναντι στους επαναστατημένους πληθυσμούς της Θράκης αποτελεί το ολοκαύτωμα της Σαμοθράκης το Σεπτέμβριο του 1821, που δεν άφησε ασυγκίνητο κανέναν, ούτε Έλληνα, ούτε ξένο και αποτυπώθηκε στον πίνακα του Αυγούστου Βινσόν, που βρίσκεται σήμερα στο μουσείο του Λούβρου. Η αιχμαλωσία των Σαμοθρακιωτών, η σφαγή 700 ανδρών και η αποστολή των γυναικόπαιδων στα σκλαβοπάζαρα σηματοδοτούν το τραγικό τέλος της εξέγερσης του νησιού.[1][2][3] 

Επαναστατικές ενέργειες εκδηλώθηκαν την εποχή εκείνη και στην Σαμοθράκη, με την αποφασιστική ενθάρρυνση από τις από τις περιπολίες των Ψαριανών στα βόρεια Ελληνικά παράλια. Ο τουρκικός στόλος προερχόμενος από τον Ελλήσποντο, αποβίβασε στρατό στο νησί, κατέστειλε την ανταρσία, λεηλάτησε τη Σαμοθράκη και μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη 70 ομήρους, 12 από τους οποίους απαγχόνισε.[3] Ο Γάλλος περιηγητής Πουκεβίλ περιγράφει τα γεγονότα: "οι γυναίκες αλυσοδένονται, οι άνδρες αποκεφαλίζονται, εκτός από μερικούς που τους φυλάγουν για να τους κρεμάσουν στα κατάρτια, όταν νικητές θα μπουν στην Κωνσταντινούπολη".[16] Σημαντική είναι και η μαρτυρία του Ίωνα Δραγούμη στο έργο του "Σαμοθράκη", ο οποίος διέσωσε με λεπτομέρειες τη σφαγή, όπως την άκουσε από τους κατοίκους του νησιού.[17] Οι Σαμοθρακίτες Μιχαήλ, Γεώργιος, Μανουήλ, Θεόδωρος καθώς και ο Νικόλαος Παπαντωνούδης μαρτύρησαν, αρνούμενοι τον εξισλαμισμό και ανακηρύχτηκαν νεομάρτυρες. Η μνήμη τους γιορτάζεται στις 6 Απριλίου.[1][2][8]

Σημαντικοί Θράκες οπλαρχηγοί και αγωνιστές του 1821

Ανατολική Ρωμυλία

·        Αντώνιος ΚομιζόπουλοςΦιλιππούπολη

·        Κυριάκος ΚουμπάρηςΜεσημβρία

·        Σταμάτης ΚουμπάρηςΜεσημβρία

·        Αλέξανδρος ΚουμπάρηςΜεσημβρία

·        Αναγνώστης ΑυξεντιάδηςΜεσημβρία

·        Αναστάσιος ΚομνηνόςΜεσημβρία

·        Δημήτριος ΚώνσταςΑγχίαλος

·        Αντώνιος ΠαλαιολόγοςΑγχίαλος

·        Παναγιώτης ΠαλαιολόγοςΑγχίαλος

·        Ζαφείριος ΝέστωρΑγχίαλος

·        Κωνσταντίνος ΝέστωρΑγχίαλος

·        Γεώργιος ΣγουρόςΑγχίαλος

·        Αδάμ ΚέλκοςΦιλιππούπολη

·        Θεόδωρος ΑθανασίουΦιλιππούπολη

·        Ιωάννης ΠαπανίκογλουΦιλιππούπολη

·        Κωνσταντίνος ΠαπανίκογλουΦιλιππούπολη

·        Ιωάννης ΕλευθερίουΒάρνα

·        Παρασκευάς ΝικολάουΒάρνα

·        Ιωάννης ΚωνσταντινίδηςΣωζόπολη

·        Κωνσταντίνος ΠαναγιώτουΣωζόπολη

·        Δημήτριος ΒάρηςΣωζόπολη

·        Μητροπολίτης Σωζοπόλεως Παΐσιος ΠρικαίοςΣωζόπολη

Ανατολική Θράκη

·        Άννα Λαούπη ΤριτζοπούλουΑδριανούπολη

·        Κωνσταντίνος Ξενοκράτης, Σαμάκοβο

·        Χατζή Αντώνης ΒισβίζηςΑίνος

·        Δόμνα ΒισβίζηΑίνος

·        Κάρπος ΠαπαδόπουλοςΑδριανούπολη

·        Σωτήριος ΚώκιαςΑδριανούπολη

·        Δημήτριος ΧατζηστάνουΑδριανούπολη

·        Καρά-Γιάννης Καραφυλίδης ή Καρυοφυλάκης, Σύδιον ή Σιαχίνκιοι Μαλγάρων

·        Δημήτριος ΛέτζογλουΑδριανούπολη

·        Γεώργιος Παπάς ΚούρτογλουςΑδριανούπολη

·        Βασίλειος ΧριστοφόρουΑίνος

·        Αθηναίος ΚυνηγόςΑδριανούπολη

·        Κωνσταντίνος Δεληολάνης Αδριανούπολη

·        Σταύρος ΣταμούληςΑδριανούπολη

·        Χριστόφορος ΣταυράκηςΑδριανούπολη

·        Κωνσταντίνος ΚοζάζογλουΑίνος

·        Ευστράτιος ΣκάρδοςΑίνος

·        Παναγιώτης ΜπάχαρηςΑδριανούπολη

·        Χατζηγιώργης ΔημητρίουΑδριανούπολη

·        Χατζή Φραντζής ΚούταβοςΑίνος

·        Μαργαρίτης ΚούταβοςΑίνος

·        Κωνσταντίνος ΚούταβοςΑίνος

·        Ιωάννης ΚαραβέλαςΑίνος

·        Ελευθέριος ΠαλιόςΑίνος

·        Χατζηεμμανουήλ ΤέρογλουΑίνος

·        Γρηγόριος ΚομνηνόςΑίνος

·        Αγγελής ΑργυρίουΑίνος

·        Ιωάννης ΤσατλίκαρηςΡαιδεστός

·        Μιχαήλ ΦουντουκλήςΑδριανούπολη

·        Νικόλαος ΚαραχονισενλήςΑδριανούπολη

Δυτική Θράκη

·        Ιωαννίκιος ΜαρωνείαςΚομοτηνή

·        Παναγιώτης ΜηχανίδηςΜαρώνεια

·        Αθανάσιος ΚαραμπελιάςΚορνοφωλιά

·        Μαριγώ ΣαραφοπούλουΛάβαρα

·        Γεώργιος ΔημητρίουΞάνθη

·        Ανδρέας ΜατσιάνηςΛάβαρα

·        Γεώργιος ΓεβίδηςΜαρώνεια

·        Άγγελος ΚίρζαληςΚομοτηνή

·        Σταύρος ΚομπένοςΚομοτηνή

·        Γεώργιος ΛιόλογλουΙσαάκιο

·        Γεώργιος ΓιαννακούδηςΚορνοφωλιά

·        Ευάγγελος ΜατσιάνηςΛάβαρα

Παραπομπές

1.    ↑ Άλμα πάνω, στο:1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 1,8 Μαλκίδης, Θ. «Η Θράκη στην Επανάσταση». σ. 4-5.

2.    ↑ Άλμα πάνω, στο:2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 2,13 2,142,15 2,16 2,17 2,18 2,19 2,20 Κούκος, Μ. "Οι Θράκες στους αγώνες του '21". σελ.85-161.

3.    Άλμα πάνω, στο:3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 3,11 3,12 3,13 3,143,15 3,16 3,17 3,18 3,19 3,20 3,21 3,22 3,23 3,24 3,25 3,26 3,27 3,28 3,29Βακαλόπουλος, Κ. Α. Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού. σελίδες 105–122.

4.    ↑ Άλμα πάνω, στο:4,0 4,1 Φιλήμων, Ι. Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας.

5.    ↑ Άλμα πάνω, στο:5,0 5,1 Φιλήμων, Ι. Δοκίμιον ιστορικόν περί της ελληνικής Επαναστάσεως.

6.     Ξάνθος, Ε. Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρίας. σελ. 5.

7.    ↑ Άλμα πάνω, στο:7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 7,7 Θράκη. Συλλογικό έργο.Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης. σελίδες 220–222.

8.    ↑ Άλμα πάνω, στο:8,00 8,01 8,02 8,03 8,04 8,05 8,06 8,07 8,08 8,09 8,10 8,11 8,12 Θράκη: Ιστορία - Πολιτισμός - Τέχνη. Μέρος Α'. σελίδες 87–89.

9.     Von Osten, P. History of the Secession of the Greeks from the Turkish empire in 1821(German: Geschichte des Abfall der Griechen vom türkischen Reich im Jahre 1821).

10. ↑ Άλμα πάνω, στο:10,0 10,1 Σιδηράς, Ι. ««Εθνεγέρτης Μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος Δ΄ Η ηρωική θυσία του κατά τον αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας του 1821»». Εφημερίδα Παρατηρητής.

11. ↑ Άλμα πάνω, στο:11,0 11,1 Βυζάντιος, Χ. Ιστορία του τακτικού στρατού της Ελλάδος από της πρώτης συστάσεως του κατά το 1821 μέχρι των 1832.

12.  Γιώργος Καζάνας, Το Ορτάκιοϊ της Θράκης – μια ελληνική κοινότητα

13.  Ν.Ροδοοίνος, Ολίγα περί της Μητροπόλεως Λιτίτσης, Θρακικά, τόμος 12, 1939.

14.  Κωνσταντινίδης, Κ. "Η Απολλωνία. Σωζόπολις νυν καλούμενη" σ.167-168.

15. ↑ Άλμα πάνω, στο:15,0 15,1 Πουκεβίλ, Φ.Σ.Υ.Λ. Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως ήτοι η Αναγέννησις της Ελλάδος, Τομ.2. σελίδες 280–281.

16.  Πουκεβίλ, Φ.Σ.Υ.Λ. Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως ήτοι η Αναγέννησις της Ελλάδος, Τομ.3. σελ. 165.

17.  Δραγούμης, Ί. Σαμοθράκη. σελίδες 28–31.

Πηγές

·      Βακαλόπουλος, Κ.Α. (1993). Ιστορία του Βόρειου Ελληνισμού. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη.

·     Βυζάντιος, Χ. (1837). Ιστορία του τακτικού στρατού της Ελλάδος από της πρώτης συστάσεως του κατά το 1821 μέχρι των 1832. Αθήνα: Τυπογραφείο Κ. Ράλλη.

·        Δοσίθεος Κωνσταμονίτης «Νέον Υπόμνημα των νεοφανών Ιερομαρτύρων και Οσιομαρτύρων».

·        Δραγούμης, Ίων (1909). Σαμοθράκη (το νησί). Ανατύπωση από το περιοδικό Νουμάς. Αθήνα.

·        Θράκη: Ιστορία - Πολιτισμός - Τέχνη. Μέρος Α'. Αθήνα: Ελληνική Εθνική Γραμμή Οικουμενικός Πολιτισμός ΕΠΕ. 2010.

·        Θράκη. Συλλογικό έργο. Γενική Γραμματεία Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης. 2000.

·        Κούκος, Μ. (1981). "Οι Θράκες στους αγώνες του '21". Θρακική Επετηρίδα, τ.2,σελ. 85-161.

·        Κωνσταντινίδης, Κ. (1932). " "Η Απολλωνία. Σωζόπολις νυν καλούμενη". Θρακικά, τ.3, σελ. 150-171.

·     Μαλκίδης, Θ. "Η Θράκη στην Επανάσταση". Αφιέρωμα: Η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Εφημερίδα Μακεδονία, 24-25/3/2012. Ανακτήθηκε στις 7/2/2015.

·       Ξάνθος, Ε. (1845). Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρίας. Αθήνα:Τυπογραφείο Α. Γκαρπόλα.

·        Πουκεβίλ, Φ.Σ.Υ.Λ. (1890). Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως ήτοι η Αναγέννησις της Ελλάδος. Αθήνα: τυπογραφείο Α.Ν. Τρίμη.

·        Πουκεβίλ, Φ.Σ.Υ.Λ. (1890). Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως ήτοι η Αναγέννησις της Ελλάδος. Αθήνα: τυπογραφείο Γ. Σταυριανού

·  Prokesche von Osten (1867). History of the Secession of the Greeks from the Turkish empire in 1821(German: Geschichte des Abfall der Griechen vom türkischen Reich im Jahre 1821), Stuttgart. 6 volumes.

·    Σιδηράς, Ι. «Εθνεγέρτης Μητροπολίτης Μαρωνείας Κωνστάντιος Δ΄. Η ηρωική θυσία του κατά τον αγώνα της εθνικής παλιγγενεσίας του 1821». Εφημερίδα Παρατηρητής της Θράκης. 26/3/2013. Ανακτήθηκε στις 22/3/2015.

·    Φιλήμων, Ι. (1834). Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρίας. Ναύπλιο: Τυπογραφείο Θ. Κονταξή & Ν. Λουλάκη.

·   Φιλήμων, Ι. (1859). Δοκίμιον ιστορικόν περί της ελληνικής Επαναστάσεως. τ.1-3, Αθήνα: Τυπογραφείο Π. Σούτσα & Α. Κτενά.


Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Ελληνική_Επανάσταση_του_1821




Η Οικογένεια Βισβίζη

Η οικογένεια Βισβίζη, με καταγωγή από την Αίνο της Ανατολικής Θράκης, διακρίθηκε στους ναυτικούς αγώνες κατά την επανάσταση του 1821[1]. Η συμβολή των Αινιτών στις ναυτικές επιχειρήσεις του 1821 χαρακτηρίζεται πολύτιμη. Ήδη στα 1813 η ναυτική δύναμη της Αίνου ανερχόταν σε 4 μεγάλα καράβια και 60 σακολέβες. Το 1821 τα καράβια της πόλης έφταναν τα 300. Πολλά απ' αυτά ταξίδευαν μέχρι τη Συρία και την Αίγυπτο[2] .

Χατζή Αντώνης Βισβίζης

Ο καπετάν Χατζή Αντώνης Βισβίζης, ήταν πλούσιος καραβοκύρης. Είχε στην κατοχή του το μπρίκι «Καλομοίρα», οπλισμένο με κανόνια και πλήρωμα 140 ναύτες[1] .

Με την έναρξη της Επανάστασης του 1821 ζωηρές επαναστατικές ενέργειες παρατηρήθηκαν και στην Αίνο, στα τέλη Απριλίου - αρχές Μαΐου του 1821, όταν οι Αινίτες κατέλαβαν το κάστρο, αιχμαλώτισαν τις τουρκικές δυνάμεις, οι οποίες, επωφελούμενες από την απουσία των Αινίτικων καραβιών, κυριάρχησαν και πάλι[3] . Όμως, στις 2 Μαΐου, Ψαριανή μοίρα με επικεφαλής τον Ανδρέα Γιαννίτση βομβάρδισε το οχυρό Ιμπριτζέ στον κόλπο του Σάρου, απώθησε τους Τούρκους και ανακατέλαβε το φρούριο. Μαζί με τα πλοία της Ψαριανής μοίρας συμμετείχε στις επιχειρήσεις και ο πλοίαρχος Χατζή Αντώνης Βισβίζης, ο οποίος διοικούσε το μπρίκι του «Καλομοίρα» μαζί με τη γυναίκα του, Δόμνα Βισβίζη. Η Αίνος φαίνεται ότι έμεινε για αρκετές μέρες στα χέρια των Ελλήνων, ειδικά των Ψαριανών, και αργότερα, μετά την ανακατάληψή της από τους Τούρκους, πολλοί κάτοικοι της έσπευσαν να καταφύγουν στην επαναστατημένη Ελλάδα [4].

Μετά από τα γεγονότα της Αίνου, ο Χατζή Αντώνης Βισβίζης επιβίβασε στο καράβι τη γυναίκα του Δόμνα και τα 5 παιδιά του και ενώθηκε με τον ελληνικό στόλο. Υποστήριξε με το καράβι του την επανάσταση του Εμμανουήλ Παππά στη Χαλκιδική. Αυτός τον είχε φέρει το Φεβρουάριο του 1821 από την Κωνσταντινούπολη στο Άγιον Όρος μαζί με πολλά εφόδια, ο ίδιος πάλι τον μετέφερε νεκρό στην Ύδρα. Πήρε μέρος στις ναυμαχίες του Άθω, της Λέσβου και της Σάμου. Το 1822 υποστήριξε με τα κανόνια του τις επιχειρήσεις των Δημητρίου ΥψηλάντηΟδυσσέα Ανδρούτσου και Νικηταρά στην Αγία Μαρίνα της Λαμίας για να σταματήσουν την κάθοδο του Δράμαλη νοτιότερα. Έτσι κατάφερε να σωθούν τα κυκλωμένα ελληνικά τμήματα από τους Τούρκους του Δράμαλη• ο Ανδρούτσος με τον Νικηταρά του απεύθυναν γράμματα ευγνωμοσύνης [5]:

«Διά του παρόντος φανερώνομεν και αποδεικνύομεν ότι ο Χ'Άντώνιος Βισβίζης, Αινίτης, ευρισκόμενος με το καράβι του εις νησίον Λιβάδα, όστις από Όλυμπον είχεν έλθει προς τον Άρειον Πάγον για υπόθεσιν του Γένους, και όντες ημείς πολιορκισμένοι εις Αγίαν Μαρίναν από τους εχθρούς με κανόνια επτά χτυπώντας μας με μπάλλα επτά γρανάτας και ζητώντας απ' αυτόν διά μέσου του Αρείου Πάγου δύο κανόνια... αμέσως εσηκώθη με μεγάλον πατριωτισμόν εις τα πανιά, και ήλθε με το καράβι του προς βοήθειάν μας και δίδωντάς μας τα δύο κανόνια... εκράτησεν τρεις ημέρας πόλεμον ακαταπαύσεως με κανόνια και ούτως ημπόρεσε ίνα εμβαρκαρισθή η κολώνα μας από τρεις χιλιάδες και να σωθή. Και τα προσδιορισθέντα Λιμνά και Τρικκεριώτικα από Άρειον Πάγον δι' αυτήν την περίστασιν, εστάθησαν τα μόνα δειλιόντα και αδιαφορήσαντα εις την αυτήν ανάγκην. Διό και του δίδεται το παρόν διά να έχη να παρρησιασθή ένα καιρόν εις το Γένος διά ταύτην του την δούλευσιν»

Εκ του Μόλου Παλαιοχωρίου τη 15η Απριλίου 1822

Οδυσσεύς Αντρήτσου

Νικήτας Σταματελόπουλος[6]

Στο υπ΄ αριθμ. 17293/15.8.1922 έγγραφο του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Άνθιμου Γαζή, μεταξύ των άλλων αναφέρεται:

«…ο φιλογενέστατος Καπετάνιος Χατζή Αντώνιος Βισβίζης με το καράβι του από αρχάς Απριλίου του 1822, δεύτερον έτος της ελευθερίας, μέχρι τέλους Ιουλίου εδούλευεν εις τον Άρειον Πάγον και μετά πάσης προθυμίας και πίστεως, ως ουδείς άλλος, περιπλέων αδιαλείπτως το Βόρειον στενόν της Ευβοίας και καταπολεμών τον εχθρόν εις τε την Στυλίδα, Θερμοπύλας και Εύριπον και εις τα Βρυσάκια, ρίπτων ακαταπαύστως κανόνια με τα ίδια του εφόδια πολεμικά και φανείς ευδόκιμος εν πάσι, γίνεται δήλον…»[7] .

Ο Χατζή Αντώνιος Βισβίζης έχασε τη ζωή του στο θαλάσσιο στενό ανάμεσα στην Εύβοια και τη Στερεά Ελλάδα την 21η Ιουλίου 1822, πάνω στο κατάστρωμα του πλοίου του “Καλομοίρα”. Τη διακυβέρνηση του πλοίου ανέλαβε αμέσως η σύζυγός του Δόμνα [8]. Η Δόμνα Βισβίζη σημείωσε στο ημερολόγιο του πλοίου:

«17 Ιουνίου 1822– Νηνεμία. Ημέρα Τρίτη, οκτώ ώρα νυκτός, έχασε την ζωήν του από βόλι ο Καπετάν Αντώνης Βισβίζης. Το κουμάντο του μπρικιού “Καλομοίρα” παίρνει η χήρα Δόμνα Βισβίζη»[9].

Ο  Χατζή Αντώνιος Βισβίζης ετάφη στη Λιθάδα της Εύβοιας πίσω από ιερό του ναού των Αγίων Αναργύρων.

Δόμνα Βισβίζη

Μετά το θάνατο του Χατζή Αντώνη Βισβίζη (21 Ιουλίου 1822), τη διοίκηση του καραβιού την παίρνει στα χέρια της η γυναίκα του Δόμνα. Ήταν κόρη γαιοκτήμονα της Θράκης γεννημένη το 1783 και παντρεμένη από το 1808. Μετέχοντας μαζί με το σύζυγο της σε όλες τις επιχειρήσεις του αγώνα είχε αποχτήσει την ανάλογη εμπειρία. Βοηθούμενη από τον υπαρχηγό του πλοίου τον καπετάν Σταυρή, κυβέρνησε το πλοίο και συνέχισε την πολιορκία του Ευρίπου[10] .

Τέλος του 1823, σε μια αναφορά της προς το Υπουργείο Ναυτικών, η Δόμνα Βισβίζη γράφει:

 «Κατά το 1822 έτος, εσυμφώνησεν ο μακαρίτης άνδρας μου μετά των αρεοπαγιτών και εφόρων της Εύβοιας δια να σταθή με το πλοίο του εις την πολιορκίαν της Εύβοιας, μέλλων να πληρώνεται παρά των αρεοπαγιτών. Μ΄ όλον δ΄ ότι ο ρηθείς άνδρας μου ετελεύτησε, μόλον τούτο, μηδόλως παραβάσα από μέρους μου τας άνωθι συμφωνίας, ένα ήμιση ολόκληρον χρόνον, μ΄ όλον τον πατριωτικόν ζήλον τας εκτέλεσα. Αγκαλά δε δις, τρις και πολλάκις να εζήτησα το να πληρωθώ εν καιρώ, ως η συμφωνία μας, με το σήμερον και αύριον όμως αναβαλλομένου του καιρού, και μηδ΄ οβολού μη δοθέντος μοι, στενοχωρηθείσα δ΄ από τους ναύτας, και φοβούμενη μήπως ήθελον αναχωρήση, ενώ άνευ τούτων, ήτο αδύνατον το να κρατηθή η πολιορκία, ελπίζουσα δε και ότι επομένως ήθελα πληρωθή, επλήρωσα εξ ιδίων τα μηνιαία των, εξοδεύσασα δε προς τούτοις εις αυτό το διάστημα, τόσον εις τας των ναυτών τροφάς, όσον και εις πολεμοφόδια, ποσότητα όχι ευκαταφρόνητον, καθώς καλώτατα γινώσκει το έξοχον υπουργείον, με πόσην ποσότητα χρημάτων δύναται να εξοικονομηθή εν πολεμικόν πλοίον, από εβδομήκοντα πέντε ναύτας κυβερνούμενον, με την πρόβλέψιν των τροφών, πολεμοφοδίων και μηνιαίων»[7] .

Ο ιστορικός του αγώνα Ιωάννης Φιλήμων, γράφοντας για τη Μπουμπουλίνα βρίσκει την ευκαιρία να την συγκρίνει με τη Δόμνα λέγοντας:

«...Τοιαύτη ανεδείχθη και η Δόμνη, σύζυγος του Βασιλείου Χατζή Βιζβίζη, πλοιάρχου. Θανατωθέντος αυτού κατά την πολιορκίαν της Ευβοίας, ανέλαβεν η ιδία την διοίκησιν του πλοίου ως άλλος ανήρ, επί πολύν χρόνον, ίνα μη στερηθή η πολιορκία της από θαλάσσης βοηθείας . [11]

Τον Σεπτέμβριο του 1824 η“Καλομοίρα” περνά στα χέρια του κράτους, καθώς η Δόμνα Βισβίζη αναγκάζεται να την παραχωρήσει. Συγκεκριμένα στα τέλη του 1823 οι Υδραίοι της ζητούν το πλοίο της για τις ανάγκες του υδραίικου στόλου και αυτή παραχωρεί την «Καλομοίρα» για να χρησιμοποιηθεί σαν πυρπολικό «μ΄ όλα τ΄ αναγκαία εξοπλισμένον», ενώ τα άλλα πλοία που προσέφεραν για τον ίδιο σκοπό ήταν «γυμνά τε και πάντων υστερημένα πλοία». Με το πλοίο αυτό το 1824 ο Πιπίνος έκαψε την τουρκική φρεγάτα του Χαζνέ Γκεμνισί[7] .

Το 1824 την βρίσκει χωρίς το καράβι της, πάμπτωχη, με τα πέντε ορφανά της «…υστερούμενα και αυτού του επιούσιου…. Μη έχουσα ούτε οίκον, ούτε μίαν πατρίδα, ούτε τα λοιπά αναγκαία» στην αρχή για λίγο στην Ύδρα και τη Σύρο και στη συνέχεια στο Ναύπλιο. Εκεί αναγκάζεται, για να επιβιώσει, να ζητήσει βοήθεια από τη Διοίκηση με την ελπίδα ότι «δεν θέλει αφήσει εγκαταλελειμμένα και απροστάτευτα τα υπέρ της πατρίδος αποθανόντος πατρός τέκνα, και εξοδεύσασα και όλη του την περιουσία, αλλά θέλει χορηγήσει εις αυτά τα προς το ζην αναγκαία από την πικράν ορφανίαν των και σκληράν δυστυχίαν, δια να παρακινώνται και οι λοιποί ομογενείς εις τον Ιερόν τούτον αγώναν αλύπως, βλέποντες την Διοίκησιν προστάτην των ορφανών και χηρών». Αλλά η Διοίκηση κωφεύει.

Με τον καιρό η κατάσταση χειροτερεύει. Μέσα στο καταχείμωνο του 1826 η Δόμνα Βισβίζη βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση. Στο λιμό που είχε προηγηθεί έχασε το ένα από τα πέντε παιδιά της και απελπισμένη γράφει:

«….Κλαίω, ευσπλαχνίαν δεν ευρίσκω ουδεμίαν. Άχρι και των ουρανών κραυγάζω. Ώτα ανεωγμένα δεν βλέπω! Πώς άλλως να εκφράσω τον πόνο μου; Ή με οποίον άλλον τρόπο να κινήσω ανθρώπων σπλάγχνα εις συμπάθειαν»;[12]

Τα χρόνια περνούσαν αλλά η κατάσταση της Δόμνας Βισβίζη δεν διορθωνόταν. Τον Αύγουστο του 1829 έγραψε από το Άργος, όπου βρισκόταν, στον Καποδίστρια:

 «…Γνωρίζω ότι φαίνομαι όχι μόνον οχληρά και βαρετή, αλλά και τολμηρά. Ανάγκη όμως μεγίστη μ΄ αναγκάζει και μάλλον με βιάζει! Κατ΄ ανάγκη λιμού, λιμοκτονίας και άκρας πτωχείας κατήντησα κλινήρης εις τόπον ξένον, μακράν των δυστυχών μου ορφανών και ανηλίκων. Δεν είμαι εις κατάστασιν να επιστρέψω εις αυτά, επειδή έμεινα έρημος και αυτής της εφημέρου τροφής στερούμενη, κινδυνεύομεν να αποθάνομεν από την πείναν! Επί Μάρτυρι Θεώ δεν έχω καν τα αναγκαία μου έξοδα να επιστρέψω προς την ατυχή οικογένειά μου…. Ο πατήρ των ανηλίκων ορφανών μου εθυσίασεν και ζωήν και κατάστασιν υπέρ του έθνους, τα παιδιά του λιμοκτονούν, πεθαίνουν από την πείναν! Το έθνος δεν ευσπλαγχνίζεται; Κινδυνεύουν και εντός ολόγου χάνονται…. Προστρέχω προς την έμφυτον φιλανθρωπίαν σας, θερμώς παρακαλούσα όπως μοι γίνη καν μικρά εξοικονόμησις, ίνα περιθάλψω και δυνηθή ανακουφίσω τα τέκνα μου και προλάβω αυτά πριν, ή εκ της λιμοκτονίας εξοντωθώσι.

Της εξοχότητός της δούλη, η δυστυχής χήρα Δόμνα Βισβίζη» . [7]

Μετά το τέλος της ελληνικής επανάστασης η Δόμνα Βισβίζη εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου, ζώντας τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της σε μεγάλη ένδεια.[13] .

Στη Δόμνα Βισβίζη αναφέρεται δημοτικό τραγούδι που έφερε σε φως έρευνα του Κομοτηναίου Αντώνη Ρωσσίδη.

«Πουλάκι πόθεν έρχεσαι, πουλάκι για αποκρίσου

μην είδες και μην άκουσες για την κυρά Δομνίτσα,

την όμορφη τη δυνατή, την αρχικαπετάνα,

πούχει καράβι ατίμητο και πρώτο μες στα πρώτα,

καράβι γοργοτάξιδο, καράβι τιμημένο

καράβι που πολέμησε στης Ίμπρος το μπουγάζι;

Και το πουλάκι στάθηκε και το πουλάκι λέει:

- Την είδα, την απάντησα, σιμά στο Αγιονόρος

τρεις μέρες επολέμαγε με δυο χιλιάδες Μούρτους.

Καράβια εδώ, καράβια εκεί, καράβια παραπέρα

και τούτη σαν τον αητό ώρμαγε και κτυπούσε•

δεξά, ζερβά κι ανάστροφα κι όπου βολούσε ακόμα.

Κι άκουγες βόγγους δυνατούς κατάρα στην κατάρα

κι οι θάλασσες κοκκίνησαν σαν φέσια των αγάδων[14]» .

·     Μ' Ενάντιους Ανέμους από την Άννα Γκέρτσου-Σαρρή. Κέδρος, (1996) (μυθιστορηματική βιογραφία)

Θεμιστοκλής-Τιμολέων Βισβίζης

Η φήμη της Δόμνας Βισβίζη, ξεπέρασε τα όρια του ελληνικού κράτους. Το φιλελληνικό κομιτάτο του Παρισιού, στην προσπάθεια του να περιθάλψει τα παιδιά των αγωνιστών, έφερε στο Παρίσι και τον μεγάλο γιο των Βισβίζηδων μαζί με τα παιδιά του Κανάρη, του Γιαννίτση, του Μ. Μπότσαρη και του Παλάσκα. Ο νεαρός Θεμιστοκλής-Τιμολέων Βισβίζης είχε ωραία και χαρακτηριστική ελληνική μορφή και έγινε το αγαπημένο παιδί των φιλελληνικών κύκλων του Παρισιού. Κυρίες της αριστοκρατίας όπως η κυρία Ρεκαμιέ και η Δούκισσα Ντ' Αμπραντές, φιλοτιμούνταν να τον προστατεύουν. Η ωραία μορφή του φιλοτεχνήθηκε σε Πορτραίτο σε ωραία σύνθεση κάτω από την οποία είναι γραμμένα τα λόγια της μητέρας του Δόμνας, που τον αποχαιρετά καθώς φεύγει για τα ξένα. To πορτραίτο αυτό λιθογραφημένο σε χιλιάδες αντίτυπα, πωλούνταν στη Γαλλία και την Ευρώπη για μεγάλα ποσά. Με τα ποσά αυτά γίνονταν προμήθεια τροφίμων, φαρμάκων και πολεμοφοδίων, τα οποία οι Γάλλοι έστελναν στους μαχόμενους αγωνιστές. Το πορτραίτο αυτό στάθηκε το πρότυπο για την προτομή του νεαρού Βισβίζη που στήθηκε στην παραλία της Αλεξανδρούπολης .

Στο Εθνολογικό Μουσείο φυλάσσεται αντίγραφο της προσωπογραφίας του νεαρού Βισβίζη, στο οποίο αναγράφεται η συμβουλή της μητέρας του Δόμνας Βισβίζη:

“Παιδί μου,θα υιοθετηθής και θα οφείλεις την ανάπτυξίν σου εις την γαλλικήν γενναιοδωρίαν. Ίσως δεν θα ζω, όταν επιστρέψης. Σκέψου όμως, παιδί μου, ότι πρέπει να μιμηθής και να εκδικήσεις τον πατέρα σου” .[15]

Το 1832 επιστρέφει από το εξωτερικό ο Θεμιστοκλής και διορίζεται ακόλουθος του Υπουργείου των Εξωτερικών (από το 1845 ως το 1876 ήταν διοικητής Νάξου).

Μαριορίτσα Χατζή Αντώνη Βισβίζη

Η Μαριορίτσα Βισβίζη, κόρη του Χατζή Αντώνη και της Δόμνας Βισβίζη συνέταξε τον επιτάφιο λόγο προς τιμή του πατέρα της και με αίτησή της προς τον Καποδίστρια, την 1η Ιανουαρίου 1829, ζήτησε τη δημοσίευσή του από το Εθνικό Τυπογραφείο, ως μνημόσυνο του πατέρα της. Ο Καποδίστριας, αναγνωρίζοντας την προσφορά της οικογένειας Βισβίζη υιοθέτησε την αίτηση της κόρης του Χατζή Αντώνη Βισβίζη και διέταξε τη δημοσίευση του λόγου αυτού “δια των πιεστηρίων του κράτους (Εθνικού Τυπογραφείου)”, όπως αποδεικνύεται από το απαντητικό έγγραφο του Κυβερνήτη με ημερομηνία 17 Ιανουαρίου 1829[16] .

Το μπρίκι «Καλομοίρα»

Μπρίκι του καπετάν Χατζή-Αντώνη Βισβίζη από την Αίνο της Ανατολικής Θράκης. Ναυπηγήθηκε στη Ρωσία το 1817 από Ρώσους μαστόρους και με ξυλεία πεύκα από την Αίνο. Ήταν, για τη κατηγορία του, από τα μεγαλύτερα της εποχής και είχε την πολυτέλεια να έχει ένα ευρύχωρο σαλόνι, πράγμα σπάνιο για τα πλοία της εποχής. Ο λόγος ήταν ότι ο καπετάν Αντώνης Βισβίζης είχε την μεγάλη του οικογένεια μαζί στα ταξίδια του. Το σαλόνι αυτό ήταν η αιτία που συνεδρίαζε ο «Άρειος Πάγος» (η τότε κυβέρνηση) πάνω στο μπρίκι «Καλομοίρα».

Το καράβι, κλασικό μπρίκι με 14 κανόνια, είχε μήκος 31,10 μέτρα, πλάτος καταστρώματος 7,62 μ. ολικό πλάτος στα κοίλα 7,80 μ. βάθος αμπαριών 3,40μ. μέγιστο βύθισμα 4,12μ. και χωρητικότητα 259 τόνους. Ήταν ένα μεγάλο καράβι, με μεγάλη χωρητικότητα, που ναυλωνόταν εύκολα, αλλά απέδιδε μεγάλα κέρδη. Η «Καλομοίρα» και η «Δόμνα» πλοία και τα δύο του καπετάν Αντώνη Βισβίζη, σάλπαραν από την Αίνο τέλος Μαρτίου του 1821 να λάβουν μέρος στον αγώνα υπό την σημαία των Ψαριανών. Οι αγώνες του μπρικιού «Καλομοίρα» γνωστοί. Εκεί ξεψύχησε ο Εμμανουήλ Παππάς, ο εμψυχωτής του αγώνα στην Μακεδονία, μετά την επιβίβαση του από το Άγιο Όρος. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις του Ευρίπου στην Εύβοια. Εκεί 21 Ιουλίου 1822 σκοτώθηκε ο καπτάν Αντώνης Βισβίζης. Τότε η Δόμνα αναλαμβάνει την πλοιαρχία. Από τότε μέχρι το 1824 λαμβάνει μέρος σε πολλές επιχειρήσεις στο Αιγαίο, ενώ οι ιστορικοί Φιλήμων και Σπηλιάδης της δίνουν το όνομα «καταδρομέας του Αιγαίου». Ο επίλογος του πλοίου γράφτηκε στον Τσεσμέ. Τελειώνοντας τα χρήματα της η Δόμνα και μη μπορώντας να συντηρήσει ένα τόσο μεγάλο πλοίο με 140 ναυτικούς, το προσφέρει με γενναιοψυχία στη κυβέρνηση για να το μετατρέψει σε πυρπολικό. Καθώς αναφέρει ο I. Φιλήμων στο «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» με το μπουρλότο αυτό έκαψε ο Πιπίνος το 1824 στο Τσεσμέ την τουρκική φρεγάτα «Χαζνέ Γκεμισί» δηλ. το καράβι- ταμείο του τουρκικού στόλου.[17]

Πηγές

·        Κούκος Μ. (1998). Ο Ελληνισμός της Θράκης στον αγώνα του 1821. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Ερωδιός.

·        Βακαλόπουλος, Κ. Π. (1990). Ιστορία Του Βορείου Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη.

·        Β. Α. Μυστακίδου, Ένια Αίνια. «Θρακικά», τ. Β', σ. 56.

·        Ευθυμιάδης Π. Α. (2005). Η συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του έθνους. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Αιγαίο.

·        Ιωάννου Φιλήμονος, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τ. Γ'.

·        Δ. Παυλόπουλου, Ανθολογία Άγνωστων Δημοτικών Τρα­γουδιών.

·        Περιοδικό Τα Νίτκα , του ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΥ ΑΙΝΟΥ-Σύλλογος Αλεξανδρούπολης «τ. 2.».

·        Εφ.ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ (2 Μαΐου 1989). Άρθρο του ιστορικού Μανώλη Τασούλα με τίτλο «ΔΟΜΝΑ ΒΙΣΒΙΖΗ-Τα έδωσε όλα για τον Αγώνα αλλά η πατρίδα την ξέχασε...» .

Αναφορές

1.    ↑ Άλμα πάνω, στο:1,0 1,1 Κούκος, Μ. (1998). Ο Ελληνισμός της Θράκης στον αγώνα του 1821. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Ερωδιός. σελ. 122.

2.     Βακαλόπουλος, Κ. Π. (1990). Ιστορία Του Βορείου Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη. σελ. 119.

3.     Βακαλόπουλος, Κ. Π. (1990). Ιστορία Του Βορείου Ελληνισμού. Θεσσαλονίκη: Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη. σελ. 113.

4.     Κ. Π., Βακαλόπουλος (1990). Ιστορία Του Βορείου Ελληνισμού. Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη. σελίδες 113–114.

5.     Κούκος, Μ. (1998). Ο Ελληνισμός της Θράκης στον αγώνα του 1821. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Ερωδιός. σελίδες 124–125.

6.     Μυστακίδου, Β. Α.. «τ. Β', σ. 56.». Θρακικά.

7.    ↑ Άλμα πάνω, στο:7,0 7,1 7,2 7,3 «Άγνωστοι Έλληνες ήρωες: Δόμνα Βιζβίζη, η Κυρά των Θαλασσών». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 24 Μαρτίου 2015.

8.     Ευθυμιάδης, Π. Α. (2005). Η συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του έθνους. Θεσσαλονίκη. Θεσσαλονίκη: Αιγαίο. σελ. 314.

9.     Καπετάν Χατζή – Αντώνης Βισβίζης, «τ. 2, σ. 13.». Τα Νίτκα

10.  Κούκος, Μ. (1998). Ο Ελληνισμός της Θράκης στον αγώνα του 1821. Θεσσαλονίκη: Ερωδιός. σελ. 125.

11.  Ιωάννου, Φιλήμονος. Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως. σελίδες τ. Γ', σ. 433.

12.  Τασούλας, Μανώλης (2 Μαΐου 1989). «Δόμνα Βισβίζη-Τα έδωσε όλα για τον Αγώνα αλλά η πατρίδα την ξέχασε...». Ελευθεροτυπία«άρθρο».

13.  Ευθυμιάδης, Π. Α. (2005). Η συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του έθνους. Θεσσαλονίκη: Αιγαίο. σελ. 325.

14.  Παυλόπουλου, Δ. Ανθολογία Άγνωστων Δημοτικών Τραγουδιών.

15.  Ευθυμιάδης, Π. Α. (2005). Η συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του έθνους. Θεσσαλονίκη: Αιγαίο. σελ. 328.

16.  Ευθυμιάδης, Π. Α. (2005). Η συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του έθνους. Θεσσαλονίκη: Αιγαίο. σελίδες 332–333.

17.  Σ. Μπαμπάλα, «τ. 19, σ. 16-17.». Τα Νίτκα.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

·        "Λησμονημένες Μορφές - Δόμνα Βισβίζη, η κυρά των θαλασσών", ντοκυμαντέρ της Σοφίας Σωτηρίου, παραγωγής ΕΤ3 2010

·        "Δόμνα Βισβίζη", ντοκυμαντέρ της Media Team , παραγωγής Περιφέρειας Α.Μ.Θ

 

Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/Ελληνική_Επανάσταση_του_1821