Σελίδες

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

Η ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΟΥ ΚΤΙΣΤΟΥ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ

Γράφει ο Θεολόγος - Εκκλησιαστικός Ιστορικός - Νομικός κ. Ιωάννης Ελ. Σιδηράς
Η ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΟΥ ΚΤΙΣΤΟΥ ΧΩΡΟΧΡΟΝΟΥ ΕΥΤΥΧΙΑ
·     Στην πρωτοχρονιάτικη εναλλαγή του κτιστού χρόνου με συνέκδημο τις θεολογικές παρακαταθήκες του αοιδίμου μεγάλου Θεολόγου π. Αλεξάνδρου Σμέμαν (+1983).
Απαστράπτοντα φώτα μέσα στο πνευματικό σκότος, πολύβοες μεγαλουπόλεις μέσα στην τραγική σιωπή της μοναξιάς και της εσωστρεφούς εγωϊστικής απομονώσεως, περισσεύματα υλικών φθαρτών αγαθών μέσα στην άκρα πενία και στην άκρα ταπείνωση της υλικής φτώχιας των αδικημένων της ζωής, στολισμένες βιτρίνες και προθήκες μεγαλοκαταστημάτων μέσα στην ακαταστασία και στο κρυμμένο πρόσωπο των φτωχογειτονιών, πληθώρα ανουσίων ευχών και ευχολογίων για την ανατολή του νέου έτους με τον βαρύγδουπο μάλιστα επιθετικό προσδιορισμό «Σωτήριον Έτος…» μέσα στην κατάρα του αθεϊστικού αυτομηδενισμού, της εωσφορικής θεοποίησης του «εγώ», εκτενέστατες εκκλησιαστικές «Εγκύκλιοι επί τω Νέω Έτει» γεγραμμένες αθεολογήτως και αναγιγνωσκόμενες «επ’ εκκλησίαις» για τον λαό του Θεού άνευ σταγόνας εσχατολογικής διαστάσεως και προοπτικής ελπιδοφόρου προτάσεως για την αλήθεια της εν Χριστώ όντως ζωής μέσα στην απάτη και την φενάκη της εφήμερης σαρκο-υλιστικής ζωής του «εδώ και τώρα», που αρνείται την «επέκεινα του κτιστού χωροχρόνου» χαρά, ευτυχία και αιώνια ζωή στο Θεανδρικό, σωτήριο, λυτρωτικό, φιλικό και οικείο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, συνθέτουν το επαναλαμβανόμενο πεπαλαιωμένο «θεατρικό σκηνικό» της πρωτοχρονιάτικης εναλλαγής του κτιστού χρόνου που αντί να λογίζεται ως πρόδρομος της αιωνιότητος, της ελευθερίας και αποδέσμευσης από κάθε κτιστή και φθαρτή οντολογία, καθώς και της μεταβάσεως και αναγωγής στην όντως εν Χριστώ Ιησού ζωή, λογίζεται δυστυχώς ως «ευκαιρία» για καταναλωτική τρέλα, υλιστική άπληστη και αχόρταγη απόλαυση και ικανοποίηση ενστίκτων, επίδειξη ενός σάπιου εφήμερου πλούτου, απεγνωσμένη απόπειρα ωραιοποιήσεως της απάνθρωπης και απρόσωπης σύγχρονης αφιλαδέλφου ζωής και φυσικά ατελέσφορος αγώνας και σπαραξικάρδια αγωνία να ηττηθεί ο πανδαμάτορας κτιστός χρόνος, ο οποίος ως κάκιστο κακό οδηγεί στο γήρας, στη φθορά και στο θάνατο. Όλα όμως είναι φρούδες ελπίδες, ραγισμένα προσωπεία θλιμμένων και δύστυχων ανθρώπων χωρίς πυξίδα οντολογικής επέκεινα του κτιστού χωροχρόνου προοπτικής, βεβαίας ελπίδος, αληθούς χαράς και ευτυχίας.

Σε αυτή την πτωτική κατάσταση του συγχρόνου ανθρώπινου φρενοκομείου διερωτάται ο απεγνωσμένα αποτελματωμένος και δέσμιος του κτιστού χωροχρόνου σύγχρονος άνθρωπος: «Πού ίσταται η Εκκλησία του Χριστού; Πώς αναιρεί και ανατρέπει η Εκκλησία με την αλήθειά της όλη αυτή την ταφόπλακα που κρατά κάτω από την επιφάνειά της τον σύγχρονο αδύναμο, τραγικό, μεταπτωτικό φθαρτό χοϊκό άνθρωπο;».
Ο αοίδιμος μεγάλος Θεολόγος π. Αλέξανδρος Σμέμαν λαμβάνει το χειρουργικό νυστέρι και τέμνει βαθέως την καρκινογόνο σάρκα για να αφαιρέσει το μολυσμένο και σάπιο, το ψεύτικο και κίβδηλο, το εφήμερο και γήινο, το υποκριτικό και βολικό της ανθρώπινης και της εκκλησιαστικής ζωής, προκειμένου με την θεολογική ανατομία του να αφυπνίσει, να εγείρει συνειδήσεις, οι οποίες καθεύδουν, να αποκαλύψει τα κεκρυμμένα της εν Χριστώ αληθείας και πίστεως ως θεμέλια της εν Χριστώ ζωής που δεν συνθέτουν μία ανούσια «θρησκεία» ή μία θρησκευτική «σέκτα», αλλά οντολογικώς είναι ζωή, περίσσευμα ζωής, αιωνιότητος, αφθαρσία, χαρά, ελευθερία, εν Χριστώ αθανασία, ήτοι εν Χριστώ τελείωση και θέωση κατά πάντα και διά πάντα.
Γράφει λοιπόν ο θεοφώτιστος Θεολόγος π. Αλέξανδρος Σμέμαν με ανατρεπτικό και ασυμβίβαστο, όχι ηθικιστικό, αλλά ακραιφνώς ορθόδοξα θεολογικό λόγο ότι: «Ο Χριστιανισμός είναι απόλυτα μοναδικός. Η κοσμοθεωρία του αποτελεί πρόκληση για όλες τις άλλες κοσμοθεωρίες και αντιλήψεις. Η απαίτηση που θέτει για μεταστροφή, σημαίνει πως θέλει να φέρει κυριολεκτικά τα πάνω κάτω σ’ ό,τι αποτελεί απλώς συνήθεια και φυσικά, πρώτα απ’ όλα, στη «θρησκεία». Ωστόσο, η ιστορία του είναι μιά ιστορία συμβιβασμών με τον κόσμο, με τη λογική και τις απαιτήσεις του…. Πού βρίσκεται ο συμβιβασμός; Ουσιαστικά, βρίσκεται εκεί όπου ο Χριστιανισμός γίνεται αντιληπτός ως κάτι το χρειαζούμενο, και έτσι παύει να παρακωλύει τη ζωή. Το αντικείμενο, η ουσία του Χριστιανισμού βρίσκεται μόνο σ’ ένα πράγμα: να διατηρήσει τη «φλόγα» του Χριστιανισμού στον κόσμο. Αλλά η Εκκλησία έχει γίνει ο συμβιβασμός που κάνει τον Χριστιανισμό να χρειάζεται μεν και ταυτόχρονα να μην αποτελεί εμπόδιο (στον κόσμο)».
Μια τέτοια προσέγγιση του Χριστιανισμού είναι ιδιαιτέρως βολική αφού δεν ενοχλεί κανένα. Λογιζόμενη η εν Χριστώ αλήθεια ως ένα ιστορικό νεκρό μουσειακού είδους απολίθωμα καθίσταται μιά μεταξύ πολλών άλλων «θρησκεία» που συνυπάρχει συμβιβαστικά με τα κακώς κείμενα του φθαρτού κτιστού αυτού κόσμου άνευ ανατροπών, αντιστάσεων και αφυπνιστικών ανατάσεων κατά της «υλιστικής οντολογίας». Εάν όμως η του Χριστού Εκκλησία ως πρόγευση και εσχατολογική επέκεινα του κτιστού χωροχρόνου οντολογία, ήτοι ως άκτιστη οντολογία της Βασιλείας του θεού, υπάρχει ως απλώς φιλανθρωπικό ίδρυμα ή ως νεκρός ιστορικός θεσμός ή ως δημόσια κρατική η ιδιωτική σωματειακή οργάνωση, τότε πολύ απλά δεν είναι Εκκλησία.
Με καινοτόμο και ρηξικέλευθο θεολογικό λόγο ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν επισημαίνει πικρές αλήθειες προς πάντες, μεγαλόσχημους ρασοφόρους και λαϊκούς, πιστεύοντες η μη πιστεύοντες, «συμβιβασμένους» και «ασυμβίβαστους», γράφοντας ότι: «Η Εκκλησία γεννήθηκε ως μιά πραγματικότητα ενάντια στον κόσμο, εξωτερικά, με ορατό τρόπο – και ακόμη περισσότερο, εσωτερικά, με αόρατο. Αυτή η μεταμόρφωση έγκειται στο ότι η Εκκλησία σταδιακά μετεβλήθη σε μιά θρησκευτική εξυπηρέτηση του κόσμου. …η αγιότητα δεν κατενοείτο ως μιά ηθική τελείωση, αλλά ως μιά οντολογική πιστότητα στον Χριστό και στη Βασιλεία του. Η ηθική διδασκαλία της Εκκλησίας είναι εσχατολογική, δεν είναι ηθικιστική».
Αν και η Εκκλησία του Χριστού ζει, υπάρχει και κινείται «εν τω κόσμω», ήτοι μέσα στην ιστορική χωροχρονικότητα, εντούτοις, δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου», τον οποίο ανακαινίζει και μεταμορφώνει ή συμμορφώνει στην δική της εσχατολογική διάσταση και οντολογία. Η ταύτιση της Εκκλησίας είτε με την ιστορία και συνακολούθως η λόγω της ιστορικότητός της ιδρυματοποίηση ή θεσμοποίησή της, είτε με το επέκεινα της ιστορίας με την αναγωγή της σε μιά ουτοπική εξωϊστορική ή μεταϊστορική οντολογική διάσταση, γεννά μία διχαστική διπολική οντολογία, η οποία οδηγεί τον Χριστιανισμό ως εκκλησιαστικό «Κυριακό Σώμα» σε μία παράδοξη και παράφρονα αυτοακύρωση και αυτοαναίρεση.
Επειδή όμως αυτός ο σχιζοφρενικός διχαστικός διπολισμός καθιστά την Εκκλησία δέσμια μιάς μη εσχατολογικής προοπτικής και σωτηριολογικής επέκεινα της κτιστής χωροχρονικότητος προτάσεως ζωής προς τον σύγχρονο υλόφρονα και εγωπαθή άνθρωπο, ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν χωρίς να χαρακτηρίζει την Εκκλησία ως μιά ιστορική ή μη ιστορική ουτοπία, αρνείται και αναιρεί αυτό το ανούσιο δίπολο αντιπροτείνοντας με γνήσιο και ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα ότι «Μερικοί υποστηρίζουν πως μόνο στην ιστορία, μόνο υπηρετώντας την ιστορία και το νόημά της, μπορεί ο άνθρωπος να βρει νόημα στη δική του ζωή. Άλλοι πάλι, με το ίδιο πάθος, βεβαιώνουν πως μόνο αν ελευθερωθεί ο άνθρωπος από την ιστορία, μπορεί να βρει αυτό το νόημα.
Οι Χριστιανοί έχουν αποδεχθεί αυτό το «ένα ή το άλλο» και έχουν υποκύψει σ’ αυτό. Αυτή η τραγωδία του σύγχρονου Χριστιανισμού – τραγωδία επειδή τελικά όλη η καινοτομία του Χριστιανισμού συνίστατο (και συνίσταται) στην καταστροφή αυτής της επιλογής, αυτής της πόλωσης. Αυτή είναι η ουσία του Χριστιανισμού ως εσχατολογία. Σκοπός της ιστορίας είναι η Βασιλεία του Θεού, και η Βασιλεία του θεού είναι ήδη παρούσα ανάμεσά μας, μέσα μας. Ο Χριστιανισμός είναι ένα μοναδικό ιστορικό γεγονός, και ο Χριστιανισμός είναι η παρουσία αυτού του γεγονότος ως τελείωση όλων των γεγονότων και της ίδιας της ιστορίας. Και η Εκκλησία υπάρχει, η ουσία και το νόημά της είναι για να γίνει αυτό δυνατό, να ζει μόνο γι’ αυτό και μόνο σ’ αυτό».
Ο σύγχρονος άνθρωπος μέσα στην χοϊκότητα και κτιστότητα του αναζητά απεγνωσμένα και επιποθεί ακορέστως την ευτυχία στη ζωή αλλά δυστυχώς αντιλαμβάνεται την χαρά, την ευτυχία και την ζωή ως καταστάσεις συνδεδεμένες ασφυκτικά με το «εδώ και τώρα» του κτιστού χωροχρόνου και με ο,τιδήποτε υλικό, φθαρτό και εφήμερο αυτής της κτιστής οντολογίας που τον περιβάλλει αρνούμενος την προοπτική της αιωνιότητος. Επειδή όμως ο Χριστός είναι η όντως αληθής ζωή και η ζωή είναι το μέγα δώρο για τον άνθρωπο, όταν και εφ’ όσον ο ίδιος βιώνει οντολογικά αυτόν τον ίδιο τον Χριστό ως δώρο ζωής, χαρά και ευτυχίας, ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν αναφερόμενος στην επέκεινα του θανάτου αιωνιότητα ως δωρεά ευτυχίας εν τω Θεανδρικώ προσώπω Ιησού Χριστού, επισημαίνει τα όχι και τόσο – ή μάλλον ουδόλως – αυτονόητα για τον εγκλωβισμένο στην κτιστή υλική πραγματικότητα άνθρωπο, θεολογώντας με εσχατολογικών προϋποθέσεων εκκλησιαστικό λόγο, γράφοντας δε ότι: «Ο άνθρωπος θέλει μόνο την ευτυχία που γνωρίζει, και που βρίσκεται μόνο εδώ, στην εμπειρία αυτής της ζωής. Η αιωνιότητά μας βρίσκεται μόνο εδώ. Και ο Χριστιανισμός διαβεβαιώνει πως βρίσκεται μόνο στον Χριστό. Ήλθε σε μας, σ’ αυτή τη ζωή, έτσι ώστε αυτή η ζωή να γίνει μια συνάντηση μαζί Του, η έσχατη αναμέτρηση μαζί Του- στον θάνατο. Ο θάνατος γίνεται κέρδος. Τότε, το «ει αγαπάς Με…» γίνεται η προφανής συνθήκη. Δεν μπορείς ν’ αγαπάς τη διδασκαλία, ή τις εντολές ή τις επαγγελίες. Μπορείς ν’ αγαπάς μόνο αν υπάρχει μιά αναμέτρηση, αν ο Χριστός γίνεται το δώρο των πάντων στη ζωή».
Επειδή όμως ο σύγχρονος άνθρωπος μέσα στον οντολογικό παραλογισμό του δεν αγαπά σε κοινωνία με το πρόσωπο του άλλου, αλλά ικανοποιείται αυτοαγαπώμενος και αφού έχει εκθρονίσει από την ύπαρξή του τον Θεό και έχει ενθρονίσει το εγώ του, το οποίο έχει θεοποιήσει στον απόλυτο βαθμό, ο αοίδιμος π. Αλέξανδρος Σμέμαν οριοθετεί τους όρους της «αγάπης» και της «ευτυχίας» μόνο σε οντολογική αναφορά προς το πρόσωπο του άλλου, ήτοι ως οντολογική σχέση κοινωνίας αγαπώντων προσώπων. Στο πλαίσιο αυτό υπογραμμίζει ότι: «Η ανθρωπότητα ως όλον και ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, έχοντας χάσει και έχοντας απορρίψει τον Θεό, ζει εντελώς επικεντρωμένη στον εαυτό της: εγωισμός με την κυριολεξία του όρου. Αλλά επειδή είναι αδύνατο να ζει κανείς αυστηρά μόνο με τον εαυτό του, επειδή αυτό αποτελεί μια reductio ad absurdum (αναγωγή στο παράλογο) της ζωής – η οποία είναι ζωή επειδή ζει με τον άλλον, μέσω του άλλου – εφευρίσκει συνεχώς κινδύνους για τον εαυτό του∙ ο άλλος είναι ο εχθρός και η ζωή είναι μιά μάχη».
Ο π. Αλέξανδρος Σμέμαν ως άριστος ψυχοανατόμος του συγχρόνου ανθρώπου, ο οποίος βιώνει την τραγικότητά του ως δέσμιος του «κόσμου τούτου», αγκιστρωμένος στην κτιστή χωροχρονικότητά του, μέσα στην φοβερή κόλαση του εωσφορικού εγωισμού και του αφιλαδέφου ατομικού υλιστικού ευδαιμονισμού του επιχειρεί με ίσως – για τους δήθεν πατροπαραδότως θεολογούντες – ανορθόδοξα ρηξικέλευθο και ανατρεπτικό θεολογικό λόγο να απαντήσει στο μέγα ερώτημα: «Τι είναι ευτυχία;», καταθέτοντας με ελεύθερο ορθόδοξο φρόνημα σε δύο παραγράφους πάντα όσα θα προσπαθούσε κάποιος ανεπιτυχώς να γράψει, «συστηματικά και άψυχα», σε δυο ογκώδεις τόμους, τα εξής εξόχως και ιδιαζόντως αποκαλυπτικά και ουσιώδη: «Τι είναι ευτυχία; Είναι το να ζει κανείς όπως ζούμε τώρα εμείς, με τη Λ., οι δυό μας, απολαμβάνοντας την κάθε ώρα – τον πρωϊνό καφέ, δυο – τρεις ώρες ησυχίας το βράδυ. Καμιά «ειδική» συζήτηση. Τα πάντα είναι σαφή, και γι’ αυτό τόσο ωραία… Στην αιωνιότητα, στη Βασιλεία θα χρειάζεται μόνο το «Άγιος, Άγιος, Άγιος», μόνο λέξεις δοξολογίας και ευχαριστίας, μόνο προσευχή και η λάμψη του πληρώματος και της χαράς…
Πολλοί άνθρωποι, αν όχι η πλειοψηφία, ηδονίζονται με την αχαλίνωτη δραστηριότητα, επειδή φοβούνται να σταθούν πρόσωπο προς πρόσωπο με τη ζωή, με τον εαυτό τους, με τον θάνατο. Βαριούνται, και η πλήξη είναι το βασίλειο του Διαβόλου. Βαριεστημένοι και φοβισμένοι, κλείνουν τα αυτιά τους με τη δράση, με τις ιδέες και τις ιδεολογίες…

Μου φαίνεται πως πρώτιστο καθήκον της Εκκλησίας είναι ν’ αρνηθεί να λάβει μέρος στη λογική και στους κώδικες αυτού του κόσμου. Κανείς δεν μπορεί να φωτίσει τον κόσμο, αν πρώτα δεν τον απορρίψει ολοκληρωτικά. Αυτό που χρειάζεται στον σύγχρονο Χριστιανισμό είναι θάρρος και πνευματική ελευθερία: ποτέ μην ενδώσετε στην «κατανόηση», στην «ανάμειξη», στην «επιβίωση του κόσμου»…..».



ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΛ. ΣΙΔΗΡΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ