Σελίδες

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940 - ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ

Γράφει ο Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Iστορικός – Νομικός Ιωάννης Ελ. Σιδηράς

 

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940

ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ

ΜΟΥΣΕΙΑΚΟ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Ή ΑΚΕΝΩΤΗ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ
 ΠΗΓΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΜΠΝΕΥΣΕΩΣ ΣΕ ΔΙΣΕΚΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ
ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΕΩΣ;

Εάν σε παγκόσμιο επίπεδο τα του Ομήρου έπη είναι και παραμένουν τα ανυπέρβλητα και θεσπέσια του ανθρωπίνου και δη του Έλληνος Νοός και Λόγου δημιουργήματα, άλλο τόσο, λαμβανομένων υπόψιν βεβαίως των ιστορικών συγκυριών και αναλογιών, είναι ανυπέρβλητος και ασύγκριτος ο εθνικός αγώνας των Ελλήνων απέναντι στον επεκτατικό ιταλικό φασισμό, ένας αγώνας ο οποίος δικαίως και αληθώς εχαρακτηρίσθη ως το «ΈΠΟΣ του 1940», εάν μάλιστα αναλογισθεί κάποιος ότι όλες οι στρατιωτικές και οικονομικές προϋποθέσεις για το παράτολμο εκείνο εγχείρημα της Ελλάδος ήταν αρνητικές. 

Επρόκειτο όντως για έναν απαράμιλλο μέγαθλο της Ελλάδος ανάλογο με εκείνον του μικρόσωμου Δαυίδ έναντι του γιγαντόσωμου Γολιάθ, γεγονός το οποίο καθιστά έτι περισσότερο θαυμαστό το Έπος των Ελλήνων κατά της φασιστικής Ιταλίας, το οποίο δεν θα πρέπει να περιορίζεται χρονικά στην διάρκεια των πρώτων εκείνων μηνών του πολέμου, ήτοι από τον Οκτώβριο του 1940 έως και τον Απρίλιο του 1941, οπότε τα ναζιστικά γερμανικά στρατεύματα εδραιώθηκαν στην Ελλάδα ως στρατός κατοχής, αλλά τουναντίον θα πρέπει να χαρακτηρίζεται ως επικών διαστάσεων εθνικός αγώνας, η άλλως καλουμένη Εθνική Αντίσταση, των αδιακρίτως ιδεολογικής τοποθετήσεως και αναφοράς ανθισταμένων Ελλήνων ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές καθόλη την διάρκεια της κατοχής και μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδος .

Ζώντες όμως σε καιρούς και χρόνους δίσεκτους κατά τους οποίους τα, ευκαίρως – ακαίρως, αναφυόμενα ευφυολογήματα ορισμένων προοδευτικών δήθεν «λογάδων» με τον δόλιο και απατηλό μανδύα των ψευδοιδεολογημάτων -εν τοις πράγμασιν εμμονικών ιδεοληψιών- κατακλύζουν ως απατηλές και σαγηνευτικές σειρήνες το πεδίο σκέψεως των νεοελλήνων και δη των νέων προσπαθώντας, κατά το δη λεγόμενον, με «δόντια και νύχια», να απομειώσουν συστηματικά και μεθοδικά στο όνομα του εθνομηδενισμού και στο βωμό της δήθεν μεταμοντέρνας και μετανεωτερικής αντιλήψεως περί την ιστορία, όλα τα ηρωικά γεγονότα τα οποία συνθέτουν και συγκροτούν το «Έπος του 1940» ωσάν να πρόκειται για ένα άχρηστο και αλυσιτελές μουσειακό απολίθωμα της ιστορίας.

Αυτή η προσέγγιση βέβαια βολεύει σε παγκόσμιο επίπεδο τον «μεγάλο αδελφό» διότι οι νέες γενιές ως ανιστόρητες και αποχαυνωμένες είναι ευκολότερα διαχειρίσιμοι αριθμοί, απρόσωπες ατομικές μονάδες, και όχι ελεύθερα πρόσωπα, προκειμένου να επιτευχθεί μια άμορφη και απρόσωπη χειραγωγούμενη μάζα για την σταδιακή εδραίωση ενός άλλου τύπου νεοφασισμού και νεοναζισμού που ευθέως στοχεύει στον αφανισμό του ανθρωπίνου αυτεξουσίου, του υψίστου αγαθού για τον άνθρωπο κάθε εποχής που είναι η ανθρώπινη ελευθερία. Αυτό είναι και το μέγα στοίχημα για την ζωή και πορεία των συγχρόνων ανθρώπων και δη των νεοελλήνων, εάν δηλαδή θα συνεχίσουν να εμπνέονται από το Έπος του 1940 και να παραμένουν αγωνιζόμενοι και ανθιστάμενοι αυτεξούσιοι και όντως ελεύθεροι ή θα μεταβληθούν σταδιακά σε απρόσωπη ανθρώπινη σκιά ενός ατομικού αριθμού.

Πολύ συχνά και πάντοτε κατ’ έτος όταν πλησιάζει η επέτειος του Έπους του 1940 τίθεται το ερώτημα ένα και κατά πόσο αυτό το ιστορικό γεγονός συνεχίζει να εμπνέει τούς νέους ανθρώπους επειδή στις δημοσκοπήσεις τα ελληνόπουλα σε σχετική ερώτηση : «Τί γιορτάζουμε την 28η Οκτωβρίου του 1940;», απαντούν σε μεγάλο ποσοστό λανθασμένα, οπότε οι ρηχοί ερμηνευτές της πραγματικότητος καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το Έπος του 1940 αποτελεί για τους νεοέλληνες και δη τους αμόρφωτους νέους μας ένα άχρηστο μουσειακό απολίθωμα της ιστορίας και γι’ αυτό αδιαφορούν να μάθουν κάτι περισσότερο για την σημασία σου στο σήμερα και διαχρονικά.

Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική εάν αναλογισθεί κάποιος ότι ζούμε σε μια αποϊεροποιημένη απρόσωπη κοινωνία με την τραγική διάλυση της μεταμοντέρνας ελληνικής οικογένειας των προοδευτικών γονέων, οι οποίοι έχουν απολέσει ακόμη και την δυνατότητα της επικοινωνίας με τα παιδιά τους για εθνική και θρησκευτική διδαχή, νουθεσία και διαπαιδαγώγηση, αλλά και την θλιβερή κατάντια του σύγχρονου ελληνικού σχολείου όπου οι νέοι αποεθνικοποιούνται αντί να γαλουχούνται στα εθνικά και θρησκευτικά νάματα του Γένους και της Φυλής μας ωσάν οι εκάστοτε ιθύνοντες να θέλουν να θάψουν ο,τιδήποτε το πατριωτικό, το γνήσια και αληθινά ελληνοπρεπές και εθνοπρεπές που τόσο λείπουν από την σύγχρονη ελληνική εκπαίδευση μη τυχόν και τα παιδιά μας διδασκόμενα για Πατρίδα, Φιλοπατρία, Έθνος και Ορθοδοξία μολυνθούν και γίνουν φασίστες και εθνικιστές, ενώ την ίδια ώρα έχουν μεταβληθεί σταδιακά σε χυλό και άμορφη μάζα μη σκεπτόμενων απρόσωπων αριθμών που πολύ εύκολα ένας σύγχρονος αόρατος ιδιότυπος νεοφασισμός με αριστοτεχνικό τρόπο καλυπτόμενος ελλοχεύει, με την αρωγή βέβαια των κατευθυνόμενων ΜΜΕ και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, για να μας καταστήσει όλους και δη τους νέους μας ηθικά εκμαυλισμένους, απρόσωπους αριθμούς, μονάδες αριθμημένες, χωρίς προσωπική ελευθερία, αλλά ουδείς βέβαια ομιλεί περί αυτών και όποιος ομιλεί τίθεται στο περιθώριο χλευαζόμενος από το καλά οργανωμένο σύστημα.

Το Έπος του 1940 όμως δεν συνιστά για τους νέους μας, παρά την σε κάποιο ποσοστό παρατηρούμενη έλλειψη ιστορικής γνώσεως, ένα αδιάφορο και παλιομοδίτικο μουσειακό απολίθωμα της ιστορίας, αλλά συνεχίζει περισσότερο παρά ποτέ να αποτελεί ακένωτη πηγή εθνικής εμπνεύσεως για ελευθερία, δημοκρατία, εθνική ανεξαρτησία, εθνική ενότητα και ομοψυχία, λαϊκή κυριαρχία, ανθρώπινη αξιοπρέπεια, σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων και κοινωνικών ελευθεριών, κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή, καθώς και τόσα άλλα που στη σύγχρονη εποχή νοηματοδοτούνται από το μήνυμα του Έπους του 1940 χωρίς πια να είναι δεδομένα και αυτονόητα όπως άλλοτε γιατί κάποιοι έτσι το θέλουν και το επιβάλλουν στο όνομα της ισχύος του δυνατού και όχι του στο όνομα του δικαίου όπως κάποτε διδασκόμασταν στις Νομικές Σχολές μας, το από καιρού και δη στις ημέρες μας κουρελιασμένο και σχεδόν ανύπαρκτο διεθνές δίκαιο.

Το Έπος του 1940 δεν πέθανε, συνεχίζει να εμπνέει και τις νεώτερες γενιές παρά το γεγονός ότι στα χρόνια που ακολούθησαν της μεταπολίτευσης πολλά μεταλλάχθηκαν στον κοινωνικό και εθνικό μας συλλογικό βίο με την πρόταξη άλλων προτεραιοτήτων όπως είναι ο αχαλίνωτος ευδαιμονισμός με την εύκολη απόκτηση υλικών αγαθών, η εφήμερη προβολή και δημοσιότητα, o μωρός μιμητισμός του ανούσιου “Life Style” τρόπου ζωής, η εδραίωση του ατομικισμού και η αδιαφορία για το συλλογικό και εθνικό καλό. Εντούτοις, παρά τα ατομικά και συλλογικά ατοπήματά μας, το ιστορικό DNA του νεοέλληνα δεν μεταλλάχθηκε σε τέτοιο σημείο ώστε να καταστεί λωτοφάγος και τούτο φαίνεται όταν οι συγκυρίες και περιστάσεις ερεθίζουν τον νου και την καρδιά του, εκείνος εγείρεται από το λήθαργο, έστω και την υστάτη ώρα, και είναι έτοιμος να πει τα δικά του σύγχρονα αλλά εξίσου καίρια για την επιβίωση του Γένους μας «Όχι».

Οι νέοι μας από την φύση τους, κατά τον Αριστοτέλη, όντες παρορμητικοί, αψίκοροι, ρηξικέλευθοι, δυναμικοί, οραματιστές και αγωνιστικοί για το δίκαιο και το αληθές, παρά το γεγονός ότι αισθάνονται και δικαίως προδομένοι από όλους και από όλα, και σήμερα, παρά την πλύση εγκεφάλου που δέχονται, αποζητούν και λαχταρούν να γευθούν τις αληθινές και γνήσιες αξίες που ενέπνευσαν και τους αμούστακους εικοσάρηδες εκείνου του Οκτωβρίου του 1940, όταν σήμαναν οι σειρήνες και οι των εκκλησιών μας καμπάνες για την έναρξη του πολέμου, οπότε και εκείνα τα ελληνόπουλα χωρίς δεύτερη σκέψη σαν τα τσαμπιά των σταφυλιών κρεμόντουσαν στα τραμ της εποχής και στα βαγόνια των τρένων έχοντας προηγουμένως αστραπιαία παραλάβει το φύλλο πορείας για την στρατιωτική κατάταξή τους και κατευθύνονταν στο μέτωπο, όπως συγκλονιστικά απαθανατίζονται στις φωτογραφίες και τα κινηματογραφικά επίκαιρα της εποχής εκείνης. Εξάλλου, εκεί στα αιματόβρεχτα από το ελληνικό αίμα βουνά της Πίνδου υπογράφθηκε η πιο πολύτιμη και βαριά υποθήκη και για τις επόμενες γενιές των Ελλήνων για ελευθερία, δημοκρατία, εθνική ανεξαρτησία και κυριαρχία.

Μήπως από τότε μέχρι και σήμερα μετεβλήθη το ειδικό αξιακό βάρος των ιδανικών της φιλοπατρίας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας, της αγωνιστικότητας για το δίκαιο και της υπερασπίσεως των οικείων βωμών και εστιών ή μήπως οι νεοέλληνες σε σχέση με εκείνα «τα παιδιά της Ελλάδος παιδιά», που τραγουδούσε η «τραγουδίστρια της νίκης» Σοφία Βέμπο, έχουν υποστεί στο ιστορικό τους DNA μετάλλαξη αρνούμενοι τα αθάνατα ιδανικά και τις διαχρονικές αξίες που ενέπνευσαν τους συνομηλίκους τους για να γράψουν όχι απλώς με χρυσά γράμματα αλλά κυρίως με το θερμουργό ελληνικό αίμα τους το Έπος του 1940;

Απολύτως τίποτα από όλα τα παραπάνω, τα οποία εν είδει ρητορικών ερωτημάτων τίθενται, δεν συνέβη, αλλά η κατά τις τελευταίες δεκαετίες διαστρέβλωση της ιστορικής αληθείας στο βωμό των πολιτικών ιδεοληψιών, η διάλυση του σύγχρονου ελληνικού σχολείου το οποίο στο όνομα της πολυδιαφημιζόμενης πολυπολιτισμικότητας και του ολέθριου οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποιήσεως καταργεί σταδιακά ωσάν τις κομμένες φέτες από το σαλάμι κάθε τι το γνήσια ελληνορθόδοξο σε τέτοιο σημείο ώστε να μιλάμε σήμερα μηχανικά και απλώς για εκπαίδευση και όχι βέβαια για εθνική παιδεία, όπως άλλωστε ουδόλως τυχαία ο τίτλος του άλλοτε Υπουργείου Εθνικής Παιδείας έχει μεταλλαχθεί σήμερα σε Υπουργείο Παιδείας, και τέλος μια σύγχρονη ελληνική οικογένεια παραζαλισμένη μέσα στις ζάλες του βίου, η οποία αδυνατεί να επιτελέσει τον ρόλο και προορισμό της όταν οι απαιδαγώγητοι σύγχρονοι γονείς αδιαφορούν για όσα παλαιοτέρα οι ίδιοι συνεπικουρούσαν τους διδασκάλους στο έργο τους, ήτοι στο κατ’ οίκον σχολείο, που παιδαγωγούσε και δίδασκε στα παιδιά όσα συνιστούν διαχρονικά την ελληνορθόδοξη ταυτότητα και ιδιοπροσωπία μας.

Από που λοιπόν να διδαχθούν τα νεοελληνόπουλα τα ζώπυρα του Γένους, τα οποία όταν από ελαχίστους οραματιστές Διδασκάλους και Καθηγητές τους διδάσκονται με βιωματικό τρόπο τις αψευδείς ιστορικές σελίδες για το Έπος του 1940, δηλαδή τα άλλοτε αυτονόητα που σήμερα είναι δυστυχώς ζητούμενα, τότε η ιστορική αλήθεια μεταβάλλεται σε βίωμα και τα νεανικά μάτια πλημμυρίζουν με δάκρυα και τα σώματα αναρριγούν και οι καρδίες πάλλονται από εθνικό παλμό και γενναιοφροσύνης έξαρση.

Αυτή την συγκλονιστική και αλησμόνητη εμπειρία έζησε και ο γράφων κατά τον Οκτώβριο του 2024, όταν ορισθείς ως Καθηγητής στην Σχολή Δοκίμων Αστυφυλάκων Κομοτηνής να εκφωνήσει τον Πανηγυρικό Λόγο για το Έπος του 1940, μνημόνευσε τα όσα έγραφε ένας εικοσιτριάχρονος νοσηλευόμενος στρατιώτης ο οποίος σώθηκε την τελευταία στιγμή από βαρύ τραυματισμό στο Αλβανικό μέτωπο που όμως του στοίχισε τα μάτια και τα πόδια του, αναφέροντας σε γράμμα του προς την μητέρα του τα εξής: «…Μάνα μου, μη λυπάσαι και μη κλαις για μένα…. μακάρι Μάνα μου να είχα και άλλα δύο μάτια και πόδια να προσέφερα για την Ελευθερία της Ελλάδας μας...», τότε στο άκουσμα των λόγων αυτών του ήρωα στρατιώτη τα μάτια των νεαρών αγοριών και κοριτσιών Δοκίμων Αστυφυλάκων πλημμύρισαν από δάκρυα και ένα ρίγος στην ατμόσφαιρα μας συνεπήρε όλους. Αυτοί είναι οι νέοι και οι νέες μας, αρκεί κάποιος να μιλήσει με λόγο αληθείας στις καρδίες τους και να τους αφυπνίσει από τον λήθαργό τους.

Ζούμε σε μια τραγική υπαρξιακή κατάσταση στην εποχή των πολλών και συνεχών «Ναι», αφού, καθώς φαίνεται, για να επιβιώσει ο σύγχρονος άνθρωπος αλλά και ολόκληρα έθνη, θα πρέπει να επιλέγουν το συνετό και ανώδυνο «Ναι» απέναντι στους Καίσαρες του κόσμου τούτου, μιας και το «Όχι» στοιχίζει ακριβά. Η ίδια όμως η ζωή στις πλείστες των περιπτώσεων, αν όχι σε όλες, αποδεικνύει ότι οι μεγάλες στιγμές της ιστορίας έχουν γραφεί διότι μεμονωμένα πρόσωπα ή και ολόκληρα έθνη έχουν πει τα μεγάλα «Όχι», όπως τότε και ο Ελληνικός Λαός δια στόματος Ιωάννου Μεταξά είπε μια και καλή χωρίς περιστροφές το μεγάλο «ΌΧΙ» απέναντι στην ιταμή απαίτηση του Μουσολίνι για παράδοση και υποταγή της Ελλάδος στα φασιστικά στρατεύματα των Ιταλών άνευ αντιστάσεως.

Πόσο επίκαιρο είναι αλήθεια στις ημέρες της σύγχρονης μαύρης μιζέριας μας με τα συνεχή και ατέλειωτα «Ναι», το ποίημα του Κ.Π. Καβάφη «Che feceil gran rifiuto», στο οποίο αναφέρει:

«Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα

Που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι

Να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει

Έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντας το πέρα

Πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.

Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Αν ρωτιούνταν πάλι,

ΌΧΙ θα ξαναέλεγε…»

Αυτά τα γνήσια και αληθινά, όχι τα υποκριτικά και φτιασιδωμένα, «Όχι» συγκινούν και εμπνέουν πια τους νέους μας, ίσως θα πει κάποιος όχι όλους, έστω αυτούς που εμπνέονται ακόμη σε πείσμα των καιρών, οι οποίοι κουράστηκαν και κουρελιάστηκαν με τις οσφυοκαμψίες και τα συνετά «Ναι» των μονίμως «ορθά λογικών προθύμων», καθώς αναζητούν και απεγνωσμένα αποζητούν λίγο καθαρό αέρα από εκείνο το « ΌΧΙ» του 1940 για να αναπνεύσουν και να αφυπνιστούν και όταν ανεύρουν έστω και λίγο από εκείνο τον ζωογόνο αέρα που ακόμη καλύπτει τα βουνά της Πίνδου, τότε και πάλι θεριεύουν και εγείρονται από τον λήθαργο για να πουν τα μεγάλα «΄Οχι» και αυτοί με την σειρά τους ως συνεχιστές εκείνων των επικών ηρώων.

Το Έπος του 1940 για Ελευθερία σαρκώθηκε με το αίμα των Ελλήνων και ο Οδυσσέας Ελύτης με την μοναδική γραφή του εξύμνησε της υπέρβαση της αυτοθυσίας τους που έγινε διαχρονικά φως ελπίδος και οδοδείκτης για όλους τους λαούς που λαχταρούν να γευθούν την λευτεριά τους διότι οι Έλληνες ακόμη και στις δυσκολότερες στιγμές της ιστορίας δείχνουν τον δρόμο της Ελευθερίας, γράφοντας στο «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» :

«Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τ’ όνειρο μέσ’ στο αίμα

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:

Ελευθερία.

Έλληνες μέσ’ στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Για σένα θα δακρύσει από χαρά ο ήλιος.».

Επειδή λοιπόν οι κορυφαίες στιγμές και οι μεγάλες ώρες της ανθρωπότητος είναι ταυτισμένες με τα μεγάλα «Όχι» και καθώς το πολύτιμο αγαθό της Ελευθερίας δεν είναι πάντοτε δεδομένο και μάλιστα σε αυτούς τους δυσχείμερους χρόνους, είναι καιρός να ειπωθούν και από την δική μας γενιά ανάλογα «Όχι» σε κάθε ιταμό, φανερό και αφανή, επιβουλέα, σε ο,τιδήποτε σάπιο και κίβδηλο, ήτοι Όχι στην συστηματική και μεθοδική αφελληνοποίηση και απορθοδοξοποίηση των Ελλήνων, Όχι στον δολίως επιβληθέντα πολιτισμικό ευνουχισμό των Ελλήνων, Όχι στην υπογεννητικότητα η οποία οδηγεί στον πληθυσμιακό αφανισμό των Ελλήνων, Όχι στην σκοπίμως επιβαλλομένη αμορφωσιά των ελληνόπουλων, Όχι στο ευτελές ξεπούλημα αντί πινακίου φακής των τιμαλφεστάτων του Γένους και της Φυλής, Όχι σε κάθε νεοθωμανισμό και νεομακεδονισμό, και τόσα άλλα Όχι που δεν λέγονται. Μόνο όμως δύο «Ναι» είναι επιβεβλημένο να ειπωθούν χωρίς ενδοιασμούς, νεοραγιαδισμούς και κομπλεξισμούς, τα οποία διαχρονικά και αμετάθετα πρέπει να είναι : Ναι στην Ελεύθερη Πατρίδα Ελλάδα και Ναι στην Ορθοδοξία.



ΙΩΑΝΝΟΥ ΕΛ. ΣΙΔΗΡΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΩΝ